20.9 C
Corfu
Σάββατο, 15 Μαρτίου, 2025

“Τ’ Αγιαννιού του Λαμπατάρη, που ‘χει του Θεού τη Χάρη…”

Αναβιώνει και φέτος στις κερκυραϊκές γειτονιές, το έθιμο της «λαμπατίνας», κομμάτι του ευρύτερου «Κλήδωνα», με «τ’ αμίλητο νερό».

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ από παλιά, παραμονή της εορτής του Άη Γιάννη «του Λαμπαδιάρη» ή «Λαμπατάρη» ή «Κλήδονα» ή «Ριγανά» ή «Ριζικάρη» (θα δούμε, για όλα, το γιατί), μετά τον απογευματινό εσπερινό, σε προαύλια εκκλησιών, πλατείες και σε ξέφωτα…

ΑΝΑΒΑΝ  υπαίθριες φωτιές˙ συνήθως τρεις. Μία – μία, στη σειρά. Κι έκαιγαν, για προσανάμματα, τα μαγιάτικα στεφάνια, απ’ τα λουλούδια του αγρού (που τα φέρναν’ τα κορίτσια), παρέα με κοτσάνια ρίγανης (το υπόλειμμα της περσινής σοδειάς ή φρεσκομαζεμένα, πριν απ’ τη χάραξη του ήλιου, μιας και θεωρούσαν πως η ρίγανη είχε απίθανες δυνάμεις), ξερόχορτα και ξερά φύλλα ελιάς – παλαιά δε, στην εξοχή, έκαιγαν και σκιάχτρα.

ΟΤΑΝ η φωτιά «γινόταν», τότε άπαντες –νιοί και γεροντότεροι, αγόρια και κοπέλες- περνούσαν με γρηγοράδα από πάνω, τρεις φορές – τρεις φωτιές, τρεις περασιές. Σε κάποιες περιοχές, κρατώντας μια πέτρα στο κεφάλι τους και κάνοντας μια ευχή. Για κάθαρση κι εξαγνισμό απ’ τα κακά της χρονιάς που ολοκληρώθηκε (με βάση το Θερινό Ηλιοστάσιο, που μόλις άρχιζε / «τώρα που μικραίνει η μέρα», έλεγαν) κι αισιοδοξία για τη νέα.

ΤΗΝ ΙΔΙΑ ώρα, στα τριγύρω, οι υπόλοιποι ενίσχυαν το «μήνυμα». Με κυκλικό χορό, αγερμικά τραγούδια και ψαλσίματα…

ΕΙΝΑΙ το έθιμο της «λαμπατίνας». Τα «λάμπατα». Παμπάλαιο. Προχριστιανικό. Και πανελλήνιο – «έθος ελληνικό τε και εθνικό», το λέει ο Ζωναράς. Το αρχέγονο θάμπος του ανθρώπου απέναντι στη δύναμη του πυρός – εξ και ανάλογου τύπου εθιμικά, απαντώνται, από μακρόν, σχεδόν σ’ όλο τον κόσμο…

Οι πρωτο-χριστιανοί κουβαλώντας, κατά παράδοση, την εθιμική δύναμη της φωτιάς τη «συνέδεσαν» πρώιμα με τη γενέθλια ημερομηνία του Ιωάννη του Προδρόμου (24/6).

ΣΤΑ ΚΑΘ’ ΗΜΑΣ, «οι πυρές», εντάσσονται στο πλαίσιο ενός ευρύτερου αρχαίου εθιμικού: του «Κλήδωνα» (χρησμός, μαντικό σημάδι, μήνυμα σήμαινε…), που απαντάται ήδη σε Όμηρο κι Αισχύλο. Πέρασε, κατόπιν, στους Ρωμαίους, άντεξε στα χρόνια του Μεσαίωνα κι «επιβίωσε», εντέλει, σε κάθε ελληνική γωνιά (απ’ τη Θράκη ως την Κρήτη κι απ’ το Αιγαίο ως το Ιόνιο), λείψανο, ενδεχομένως, της παλαιάς λατρείας του ηλίου (μιλήσαμε για το Ηλιοστάσιο) – προφανώς, δεν είν’ τυχαίο πως ακόμη, σε κάποιες περιοχές, μιλούν για τη γιορτή «τ’ Αγιαννιού του Λιοτροπιού».

ΟΙ «ΛΑΜΠΑΤΙΝΕΣ» ήταν, ουσιαστικά, η πρώτη απ’ τις τρεις main φάσεις του. Η δεύτερη (που, κατά παράδοση, εντοπίζεται συνεπώς και στην παλαιά κερκυραϊκή ύπαιθρο) ήταν «τ’ αμίλητο νερό»: μαζεύονταν, λέει, οι ανύπαντρες κοπέλες του χωριού σε ένα σπίτι και μία, συνηθέστερα με τ’ όνομα «Μαρία» και τους δυο γονείς της εν ζωή, πήγαινε ως το πηγάδι ή την πηγή να φέρει «τ’ αμίλητο νερό». Σήμαινε ότι στη διαδρομή, πηγαιμός κι επιστροφή, δεν έπρεπε να μιλήσει σε κανέναν.

ΟΤΑΝ ΕΠΕΣΤΡΕΦΕ στο σπίτι, έχυνε το νερό σ’ ένα δοχείο. Μέσα στο οποίο κάθε κοπελιά έριχνε ένα προσωπικό της αντικείμενο, το «ριζικό» (δακτυλίδι, σκουλαρίκι, δακτυλίθρα, ο,τιδήποτε). Κάλυπταν το δοχείο με πανί, το κλείδωναν σε κάποιο σημείο του σπιτιού κι αποβραδίς το άφηναν σε κάποιο ανοιχτό σημείο (πιο συχνά, στην αυλή, κάτω απ’ το δέντρο), για να «κοιτάει τ’ άστρα». Η τρίτη φάση του όλου εθιμοτυπικού…

To «έθιμο» της «λαμπατίνας» επιβίωσε και φέτος με συνέπεια σε πολλές κερκυραϊκές γωνιές: Μαντούκι, Κυνοπιάστες, Ζυγός, Κάτω Κορακιάνα, Κάτω Γαρούνα, Δάφνη, Αφιώνα, Περίθεια, Κασσιόπη…

ΑΞΗΜΕΡΩΤΑ, το μάζευαν. Ξεκλείδωναν τον «Κλήδονα» και όπως βγάζαν’, ένα – ένα, τυχαία στη σειρά, τα αντικείμενα των κοριτσιών, απήγγειλαν αυτοσχέδια, ιαμβικά δίστιχα – σημάδια (ο Ν. Πολίτης διακρίνει πλήθος κατηγοριών: παινέματα, ερωτικά, της αγάπης, αλληγορικά, του καημού, κατάρες κ.λπ.). Ο Στ. Πουλημένος μας δίνει ένα απ’ τα πολλά…

«Βουνά μην πρασινίζετε και δέντρα μην ανθείτε,

αν μαθαρή η αγάπη μου και σεις να μαραθείτε»

ΤΟ ΚΑΘΕ κορίτσι «κρατούσε» το δίστιχο που του αντιστοιχούσε. Και, συνδέοντάς το, με την πρώτη λέξη ή όνομα που θ’ άκουγε επιστρέφοντας -πρωί, πια, «του Αγιαννού»– στο σπίτι του ή με τ’ όνειρο που είχε δει το βράδυ, εμάντευε την τύχη του. Κι επειδή η κύρια λαχτάρα τους δεν ήταν άλλη απ’ το

γάμο, οι πιο πολλές ‘ρμηνεύαν το σημάδι προς τούτονε το δρόμο: «τον καλό τους»

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ