ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΗΛΙΑ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟ
Το «Λίγο πριν φύγω», απ’ τις εκδόσεις «Υδροπλάνο», υπογράφει τις συγγραφικές συστάσεις της νεαρής δημιουργού, αφήνοντας ήδη έντονα το στίγμα του.
ΦΟΡΕΣΕ το καλοκαιρινό ρούχο του Πήγασου (fifty ρεαλισμός και fifty φαντασία) και με δοξάρι τη γρανιτένια μύτη απ’ το τροχισμένο της μολύβι, τράβηξε περασιά στη άλλη όχθη. Από αναγνώστης των αράδων, εμπνευστής. Δημιουργός. Από μια συνεπής «βιβλιοφάγος», συγγραφέας…
ΕΚΠΛΗΞΗ; Πες το κι έτσι. Και την ίδια, εξάλλου, αν ρωτήσεις, θα στο πει, χωρίς περιστροφές: «Αν πριν από δυο – τρία χρόνια μου έλεγες πως θα έγραφα βιβλίο, θα σε έλεγα… τρελό!» Κι όμως, η Μαρία Γκεράλντα Ζύκα – Νίκιτς, το έπραξε. Το πρώτο της συγγραφικό εγχείρημα: «Λίγο πριν φύγω», απ’ τις εκδόσεις «Υδροπλάνο». Ίσως, λέει, γιατί, πέρα απ’ τις ανάγκες τις δικές της, «όταν μεγαλώσει η κόρη μου, θέλω να μπορώ να της πω ότι δεν έμεινα σιωπηλή…».
ΤΙ ΕΙΝΑΙ… Με την τυπική ορολογία, ένα επίκαιρο μυθιστόρημα, βγαλμένο απ’ το κοινωνικό περιβάλλον, την καθημερινότητα της εποχής. Ανάγκες, προβληματισμοί, αγωνίες, διαπροσωπικά, προτεραιότητες, διέξοδοι, αδιέξοδα, ασφάλειες, ανασφάλειες… Ο άνθρωπος του σήμερα. Ο μόνος, αλλά ποτέ του μοναχός. Που άλλοτε αγκαλιάζει τα σκοτάδια του και άλλοτε διψά για ξέφωτα με θέα. Άλλοτε γρατσουνίζει γόνατο στ’ αριστερό μισό του ανάγλυφου εξώφυλλου (εκείνο με τους κόκκου άμμου…) κι άλλοτε γλιστράει ανέμελα –σχεδόν ευτυχισμένος- στο υπόλοιπο: το λείο του νερού…

Η ΙΔΙΑ, πάλι, μιλάει, για «την ιστορία μου, μέσα απ’ την οποία θέλησα να επικοινωνήσω κάποια σημαντικά, κατ’ εμέ, μηνύματα. Και συναισθήματα γύρω απ’ τις σχέσεις – τις τόσο δύσκολες, σήμερα. Σε όλα τα επίπεδα. Με τον σύντροφό σου, την οικογένεια, τους φίλους, τον άνθρωπο, τα ζώα…». Το άνοιγμα μιας θαρραλέας τρύπας στο ταβάνι της, που καταπίνει αύτανδρο κάθε «αλλά» μιας προσωπικής κοσμοθεωρίας, που «ζητούσε» ν’ ακουστεί…
Για κάθε αγορά ο εκδοτικός οίκος προσφέρει 0,50 ευρώ στον ζωοφιλικό σύλλογο «Ζω.Ε.Σ.» (ενημερώσεις σχολείων). Η δε Μαρία, προ πολλού εθελόντρια εκεί, ένα επιπλέον, σημαντικό ποσό των συγγραφικών της εσόδων.
ΤΟ STORY αναπτύσσεται γύρω απ’ την κύρια ηρωϊδα – μια «Θαλασσινή», που τη φωνάζαν’ «Ντάρια». Η ζωή της˙ η ζωή που ονειρευόταν… Η δουλειά της… Η σχέση με τον Στέφανο˙ που ασφυκτιά στα δικά του τα δεσμά… Οι «κολλητές» της (η Αθηνά, η Εύα, η Ειρήνη, η Ραφαέλα)… Κάνει θυσίες, σηκώνει το βάρος της αιώνιας υπόσχεσης, βιώνει την προδοσία, θυμώνει, φοβάται, συγχωρεί, επανακάμπτει, προχωράει – είναι, όμως, τελικά, αυτή η πραγματική πρωταγωνίστρια; Κι αν όχι, ποια; Kι εκείνη, στο βάθος, η μυστηριώδης γιαγιά; Η Άννα; Ο σκύλος; Πρόσωπα, εικόνες, συζητήσεις, συναντήσεις και άρωμα γλυκόπικρου καφέ. Και τελικά, ένας γρίφος – αποκάλυψη: «πόσα πράγματα μπορούν ν’ αλλάξουν από Αύγουστο σε Αύγουστο»;
• Ανοίγεις, λοιπόν, το laptop και «χτυπάς» την πρώτη λέξη…
«Η ολοκλήρωση του βιβλίου μου πήρε εννέα μήνες. Όλα άρχισαν ένα βραδάκι του περασμένου Αυγούστου – ο… μήνας μου (γελάει)˙ Αύγουστο γεννήθηκα εγώ, ο άνδρας μου (σ.σ. ο γνωστός ποδοσφαιριστής, Μπάνε Νίκιτς, με θητεία και στον Α.Ο.Κ.Κ.), η κόρη μας, η Νικολίνα. Δεν άνοιξα, όμως, laptop. Όλο το βιβλίο το έγραψα σε χειρόγραφα! Το αγαπάω το χαρτί. Την αφή, τη μυρωδιά του… Μόνο στο τέλος, ολοκληρωμένο πια, το μετέφερα στον υπολογιστή. Εκείνη η στιγμή, ε… Τι να σου πω… Μαγική. Και ίσως η πιο δύσκολη: η αρχή. Η πρώτη λέξη. Μετά, σε πάει από μόνο του. Σαν το ποτάμι. Και η ιστορία έτσι κύλισε. Δεν την “γνώριζα” απ’ την αρχή. Τη “μάθαινα” κι εγώ. Σελίδα με τη σελίδα. Το μόνο που είχα κατά νου, ήταν τα μηνύματα, οι αξίες, που ήθελα να περάσω…»
• Η, κατ’ εσέ, σημαντικότερη;
«Η καλοσύνη…»
ΤΑ ΙΧΝΗ των προσωπικών της βιωμάτων, συνεπή. Οι (στο βιβλίο) κουβέντες «για μπάλα» – και ο (στη ζωή της) ποδοσφαιριστής, σύζυγος… Τα μηνύματα για τα δικαιώματα των ζώων – και ο εδώ και χρόνια ακμαίος ζωοφιλικός ακτιβισμός της (ο «Ίμπρα» ξέρει…)˙ δυο μοναχά απ’ τις ψηφίδες που βγαίνουν απ’ το «εικονοστάσι» της και προσγειώνονται στις σελίδες του βιβλίου, συμβάλλοντας – ακριβώς επειδή πηγάζουν από προσωπικές αλήθειες- στην αποτύπωση μιας, κατά το εκδοτικό σημείωμα, «αβίαστης και ρέουσας γραφής, απλής και κατανοητής». Ισχύει…
ΟΠΩΣ ΛΕΕΙ στο Corfu Stories η Μαρία, «όλη η καθημερινότητά μου και τα άτομα που εμπλέκονται σ’ αυτήν, τροφοδότησαν την έμπνευση. Καθένας με τον δικό του, μοναδικό τρόπο, μου “δίδαξε” κάτι, μου επέτρεψε, αν θες, να “κλέψω” κάτι. Απ’ τα πιο απλά (πώς θα κινηθεί, τι θα πει, πώς θα επηρεαστεί ή αντιδράσει απέναντι σε μια κατάσταση…), μέχρι τα πιο σύνθετα: τον τρόπο σκέψης του…»
• Ο πρώτος που το διάβασε;
«Ο Μπάνε. Για την ακρίβεια, του το διάβασα, καθώς δυσκολεύεται ακόμη κάπως στο να διαβάζει ελληνικά. Στον ίδιο, εξάλλου, είχα εκμυστηρευτεί πέρσι και την πρώτη σκέψη μου να γράψω βιβλίο˙ να κάνω, τουλάχιστον, την προσπάθεια. Και ήταν εξ αρχής, απίστευτα υποστηρικτικός: “Nα το κάνεις”, μου έλεγε, “μπορείς”. Όπως και στο τέλος, ήταν βέβαιος ότι το αποτέλεσμα θ’ αρέσει…»
ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ… Το μικρόφωνο στον ίδιο: «Δεν το λέω επειδή το έγραψε η γυναίκα μου, αλλά είναι μια πολύ όμορφη ιστορία. Οι πρώτες κριτικές είναι πολύ καλές και γενικά, εισπράττουμε μια εξαιρετική ανταπόκριση. Η Μαρία είχε ένα όνειρο. Και τα όνειρα είναι υπέροχο να τα κυνηγάς και να τα εκπληρώνεις…» Κλείνει η παρένθεση…
To «Λίγο πριν φύγω» διατίθεται απ’ τα «Public», επιλεγμένα βιβλιοπωλεία σε όλη τη χώρα και on line, μέσω του εκδοτικού οίκου «Υδροπλάνο» (info@ydroplanobooks.gr).
Η ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ του Μπάνε… Μια αφιέρωση καρδιάς, «στους δυο υπέροχους γονείς μου, για τον τρόπο που μεγάλωσαν και όσα δίδαξαν και στις τρεις τους θυγατέρες». Και «τη μεγαλύτερη πηγή της έμπνευσής μου, την αδελφή μου, τη Χριστιάννα»… Τον εκ των επιμελητών του βιβλίου, Κώστα Ντώνα. Την εκπαιδευτικό και ιδρύτρια του «Zω.Ε.Σ.», Κατερίνα Παπαποστόλου… Και δίπλα, με αστερίσκο special σημαντικότητας, ένα εκ βαθέων «ευχαριστώ» στον εκδοτικό της οίκο. Για την πλέρια εμπιστοσύνη. Και «την αγαπημένη μου, Αναστασία Κορινθίου (σ.σ δημόσιες σχέσεις). Γνωριστήκαμε μέσω του “Υδροπλάνου”. Ένας υπέροχος άνθρωπος, που αγκαλιάζει πολύ τους νέους συγγραφείς…»
• Για φινάλε˙ πρώιμη, ενδεχόμενα, ερώτηση, αλλά ας την πάρει το ποτάμι: σκέψεις για επόμενο βιβλίο; Υπάρχουν;
«Κατ’ αρχήν, ακόμη έχω το… άγχος του πρώτου, που μόλις κυκλοφόρησε (γελάει), αν και απ’ τον εκδοτικό οίκο, ήδη απ’ τη φάση της προπώλησης, μου είπαν ότι “πάμε ανέλπιστα καλά”. Ωστόσο, ναι! Τελειώνοντάς το, ήταν… σαν να μην μπορούσα να σταματήσω. Σαν, ξαφνικά, να μου δημιουργήθηκε ένα κενό. Οπότε άρχισα αμέσως να δουλεύω μια επόμενη ιδέα. Κρατάω σημειώσεις, παρατηρώ, επεξεργάζομαι… Μη ρωτήσεις, όμως, τι…» Deal…

OI 5+1 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
ΒΟΝUS Q. / Ποιο άλλο βιβλίο διάβασες πρόσφατα και ξεχώρισες;
«Πολύ πρόσφατα, το “Κατριόνα, Ανάμεσα σε δύο κόσμους”, της Έλντυ Στεφάνου. Μαγικό βιβλίο. Δεν ήθελα να το αφήσω από τα χέρια μου μέχρι να το τελειώσω».
1.Ποια είναι η αγαπημένη φράση σου απ’ το βιβλίο;
«Και ξέρετε, καμία ανάμνηση δεν μένει χαραγμένη στη μνήμη μας περισσότερο, όσο μια ανάμνηση που περιέχει μέσα της μυρωδιές. Οι μυρωδιές πάνε και εντυπώνονται στο δέρμα των αναμνήσεων σαν τατουάζ και γίνονται ανεξίτηλες στον χρόνο!»
2.Ποιος ήρωας θα ήθελες να είναι φίλος σου;
«Η Άννα. Αν και εμφανίστηκε στο τέλος του βιβλίου, την αγάπησα.»
3.Ποιος άλλος τίτλος «έπαιξε» πριν καταλήξεις στον τελικό;
«Κανένας! Είχα “κολλήσει” στον τίτλο. Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα απολύτως. Τότε ξαφνικά σε μια περίεργη στιγμή ήρθε αυτή η φράση στο μυαλό μου. Ήξερα ότι είναι ο τίτλος του βιβλίου.»
4.Ποια απ’ τις κριτικές (κοινού) που έλαβες, σου έμεινε πιο έντονα;
«Πολλά απ’ όσα λαμβάνω είναι από γυναίκες, οι οποίες με ρωτάνε που θα βρούνε έναν Μάικ (γελάει)! Ενώ έντονα μου έμεινε και η κριτική μιας ανώνυμης αναγνώστριας: “Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν προσπαθείς να εντυπωσιάσεις!”»
5.Πες μου ένα «άγνωστο (πλην κρίσιμο) όνομα» πίσω απ το βιβλίο;
«Ελένη Δαφνίδη. Εκτός από αγαπημένη συγγραφέας, έγινε το κίνητρο που άρχισα τη συγγραφή μυθιστορήματος. Θα μπορούσα να πω πολλά για εκείνη, μα, ξέρω πως κρατάει χαμηλούς τόνους και θα το σεβαστώ. Της οφείλω, όπως και να ‘χει, ένα μεγάλο “ευχαριστώ”».