Κάποτε, αποτελούσε για τους Κερκυραίους «το φρούτο του Αυγούστου». Σήμερα, αφέθηκε στη μοίρα του. Κι όμως, το «παυλόσυκο», πέρα από νοσταλγικές εικόνες, χαρίζει κι όλα τα καλά του super food.
Επιμέλεια: Ηλίας Αλεξόπουλος
ΦΡΑΓΚΟΣΥΚΑ. Έτσι τα λέν’ στην υπόλοιπη Ελλάδα. «Τα σύκα των Φράγκων».– μιας και, εικάζεται, από εκεί, τη δύση, άρχισε η διάδοσή τους στη Μεσόγειο. Για μας, εδώ, «παυλόσυκα». Το φρούτο, λέει, «του Παύλου». Έτσι μας τα ‘παν οι παλαιοί. Κι έτσι τα μάθαμε. «Παυλόσουκα» (ντοπιολαλιά) ή «φρεσκαμέντα». Και κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, υπόσχονταν τερψιλαρύγγιες δόξες…
ΚΑΠΟΤΕ, τις έβρισκες παντού. Στη Βλαχέρνα, στη Γαρίτσα, στα Μαλτέζικα, σ’ όλη τη στράτα Καπουκίνοι – Ποταμός˙ πόσοι παλιοί περίπατοι δεν έκαμαν τη στάση τους σε μια παυλοσυκιά και πόσοι μορφονιοί δεν άφησαν για δυο λεπτά ιμπάντο τις ευγένειες –ένα «μη συφτάκεις», που δεν ειπώθηκε ποτέ- μπροστά την κόνξα κάποιου χαριτωμένα ακατάδεκτου «μα, έχει κουκουτσάκια…».
ΓΙΟΜΑΤΗ η Κέρκυρα, κατάφυτη απ’ το χαρακτηριστικό κακτοειδές πολύκλαδο, δίχως κορμό – μόνο σαρκώδη «φύλλα», ενωμένα, και περιμετρικά τους, άκρη, ο καρπός. Δύσκολος, αγκαθωτός – ακίδες και ξεγελαστικά γλωχίδια, άτιμο χνούδι. Γι’ αυτό και ήξεραν. Κι απέφευγαν το χέρι – πλην των μεγάλων βιρτουόζων, με το λεπίδι της προσεκτικής υπομονής. Κι επέλεγαν για συλλογή τη «χούφτα». Ένα μεταλλικό «κουτί» δύο οπών – π’ άλλου το έλεγαν «κουπί» κι αλλού «καρούπι».



ΤΕΛΗ Ιουλίου, μ’ Αύγουστο (κι ως τον Σεπτέμβρη) ωρίμαζαν. Τότε ήταν, λέει, «ο καιρός». Όταν το χρώμα του καρπού γινόταν ροδοκόκκινο. Τα έκοβαν, τα έβαναν στο σίσκλο, γιόμιζαν ως πάνω με νερό να μαλακώσουν, τα στριφογύριζαν, δυο – τρεις επαναλήψεις, μ’ ένα ξύλο, να «σπάσουνε» τ’ αγκάθια κι άρχιζε, κατόπι, το καθάρισμα. Μαστόρικα…
«Ο ΕΝΑΣ», περιγράφει ο Γιάννης Καλαϊτζόγλου τον παλαιό τον τρόπο, «έβαζε στο χέρι του ένα φύλλο συκιάς και με τα δύο δάκτυλα σταθεροποιούσε κάπου το παυλόσυκο. Μετά, με τ’ άλλο χέρι, έκοβε μ’ ένα καλό μαχαίρι, πρώτα την μια τσίμα, κάθετα. Την πέταγε. Μετά, την άλλη τσίμα. Την πέταγε κι αυτήν. Μετά, έδινε μια οριζόντια κοψιά μέχρι στο βάθος που ‘φτανε το φύλλο του παυλόσυκου, έπιανε την εγκοπή, την άνοιγε και με το δάχτυλο έσπρωχνε από κάτω το παυλόσυκο να βγει προς τα πάνω. Τότε ο άλλος, το έπιανε με δύο δάχτυλα και το ‘βαζε στο πιάτο…».
ΚΑΙ ΤΟ πιάτο, τίγκα ως τα πάνω, στο ψυγείο. Κι όταν πάγωναν καλά, έφθανε η στιγμή της περιποίησης. Σκέτα, το πρωί – κατ’ εξοχήν αυγουστιάτικο τραταμέντο των παιδιών˙ πρίμο – σιγόντο με τ’ άγχος των μανάδων: «Μη φας πολλά, μωρέ, για θα στουμπώσεις». Οι μερακλήδες, πάλι, τσιμπούσαν μεσημέρι, με τ’ ουζάκι. Και οι νοικοκυρές –έστω, κάποιες- βάσταγαν στην άκρη μερικά, για μαρμελάδα ή λικέρ…
ΟΣΟΙ δεν μάζευαν, τ’ αγόραζαν. Γεμάτα τα καφάσια των οπωροπωλείων – στην Πίνια, τη Σπηλιά και τη Γαρίτσα. Οι καλαθούνες των υπαίθριων φρουταριόλων (τα καλοκαίρια, πάντα υπήρχε ένας «στου Ντούγκλα»), χάμω ή κατακέφαλα. Ακόμη και οι νταβάδες των ευκαιριακών μικροπωλητών. Στους δρόμους, τις πλαζ, στα πανηγύρια, στα θερινά τα σινεμά˙ κι άκουγες, «10 στο φράγκο, φρεσκαμέντα» –ή, οι πιο καταφερτζήδες, «πέντε στο φράγκο τα μεγάλα ή όσα πάρεις τα μικρά»- ανάμεσα στα σπαγγέτι γουέστερν πιστολίδια του «Ορφέα» και της «Όασης».
ΩΣΠΟΥ τα χρόνια πέρασαν. Φάγαμε εκσυγχρονισμό, γινήκαμε Ευρώπη, ο τυποποιημένος τουρισμός γέμισε τσέπες κι άνεση, ξύπνησε ο… αιώνιος κόντες μέσα μας – και σιγά που θα καθόταν, κοτζάμ… κόντες, να «φάει» τα χέρια και τα νιάτα του, σκαλίζοντας τη γη.
ΡΗΜΑΞΕ ο πρωτογενής. «Σιωπήσαν’» (και) οι παυλοσυκιές. Καρπός στο χώμα, αμάζευτος, αφρόντιστος. Φυτά – τσακίδια, ολοένα και λιγότερα και παντελώς ανεκμετάλλευτα – την ίδια ώρα, που Κινέζοι και Ιταλοί στρώνονταν στις καλλιέργειες, τη μαζική παραγωγή (> εξαγωγές). Το ίδιο και στη Μάνη. Και στην Κρήτη – όπου, επιπλέον, έφτιαξαν μ’ απόσταξη, σαν μ’ άλλη μπλε αγαύη, την «κρητική τεκίλα» τους. Άλλη μια ιδέα. Άλλη μια αξιοποίηση του πλούτου που τους χάρισε η γης. Άλλη μια ευκαιρία για δουλειά κι εναλλακτική ενίσχυση της τοπικής οικονομίας τους. Εκεί. Εδώ…
ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΞΙΚΟ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ



ΤΟ ΦΥΤΟ (επιστ. «Opundia ficus – indica») πρωτοεντοπίζεται, αιώνες πίσω, στους ιθαγενείς της κεντρικής Αμερικής. Στους Tequesta, π.χ., στο Μεξικό. Πότε ακριβώς εισήχθη στην Ευρώπη και, κατ’ επέκταση, σ’ Ελλάδα και σε Κέρκυρα, δύσκολο να επιβεβαιωθεί. Κάπου, ίσως, στο Μεσαίωνα. Στα χρόνια των θαλασσοπόρων εξερευνητών και της, μέσω της αποικιοκρατίας και των δρόμων του εμπορίου, διάδοσης άγνωστων, εξωτικών καρπών και προϊόντων στην ευρύτερη (μεσογειακή, γι’ αρχή) λεκάνη: Νότια Γαλλία, Σαρδηνία (γνωστή ως «figumorisca» / μαυριτανικό σύκο), νότια Ιταλία («fico d’ India» / ινδικό σύκο), Σικελία («fichi d’India» ή «ficurinnia»), Μάλτα («bajtar tax-xewk» / ακανθώδες σύκο), Πορτογαλία, Ισπανία («higos chumbos»), Αλβανία («fiq deti» / σύκο της θάλασσας), Μαρόκο, Αίγυπτος («teen shouky»), Λιβύη («Hidi»), Τυνησία («Εl Hindi»), Αιθιοπία («beles»), Ισραήλ («sabra»), Ιορδανία, Σαουδική Αραβία, Κύπρος («παπουτσόσυκο» ή «κακτόσυκο»)…
ΕΝΑ SUPER FOOD ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ…



Σ’ ΕΝΑ πράμα συνηγόρησαν οι πάντες, παντού κι από νωρίς˙ πρώτα βιωματικά. Αργότερα, με επιστημονικά τεκμήρια: super food. Ακόμη και τα φύλλα της!
ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ, γενική περιγραφή μας λέει πως τα 150 gr. φραγκόσυκων αποδίδουν 61 θερμίδες, 10 gr. υδατάνθρακες, σχεδόν 1 gr. πρωτεΐνης, λιγότερο από 1 gr. λίπους και 5,5 gr. φυτικές ίνες. Περιέχουν βιταμίνες Β, είναι πλούσια σε βιταμίνη C (κάλυψη περίπου το 35% των ημερήσιων αναγκών μας), ενώ, επιπλέον, συνιστούν πηγή μετάλλων και ιχνοστοιχείων, όπως ασβέστιο, μαγνήσιο, κάλιο, χαλκό. Τα υπόλοιπα, σε 10+1 info’s, δια χειρός της διαιτολόγου – διατροφολόγου, Κωνσταντίνας Γαζουλέα (2happy.gr)…
- Η αυξημένη περιεκτικότητά τους σε φυτικές ίνες και πηκτίνη μειώνει τη γλυκόζη στο αίμα. Ως εκ τούτου δρα κατά του σακχαρώδη διαβήτη.
- Η πλούσια περιεκτικότητά τους σε αντιοξειδωτικά, μετατρέπουν τα φραγκόσυκα σε φρούτα – προστάτες έναντι του καρκίνου και άλλων παθήσεων σε αρθρώσεις, μάτια, νεύρα κ.ά.
- Το μηλικό και το κιτρικό οξύ τους, συμβάλλουν στην ομαλή διεξαγωγή της πέψης.
- Συμβάλλουν στον έλεγχο του σωματικού μας βάρους, καθώς προκαλούν το αίσθημα κορεσμού (λόγω φυτικών ινών) και ταυτόχρονα είναι φτωχά σε θερμίδες.
- Έχουν διουρητική δράση κι έτσι αντιμετωπίζουν την κατακράτηση υγρών (δίχως ανισορροπία στους ηλεκτρολύτες).
- Περιέχουν κάλιο, το οποίο συμβάλλει στη μείωση της πίεσης του αίματος και βεταλαΐνες που ενισχύουν την υγεία του κυκλοφορικού συστήματος. Έτσι, η κατανάλωσή τους συσχετίζεται με την υγεία – καλή λειτουργία της καρδιάς.
- Έρευνες δείχνουν ότι συνδέονται με τη μείωση της LDL χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων.
- Η κατανάλωσή τους πριν την κατανάλωση αλκοόλ, δρα έναντι της μέθης και καταπολεμά τα συμπτώματά της (π.χ. ναυτία, ξηροστομία, πονοκέφαλο).
- Η πλούσια περιεκτικότητά τους σε αντιοξειδωτικά ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα.
- Έχουν αντιφλεγμονώδη δράση χάρη στην περιεκτικότητά τους σε μπεταΐνη.
- Είναι ωφέλιμα και για τους αθλητές, καθώς συμβάλλουν στην ταχεία μυική αποκατάταση μετά την προπόνηση.
Τα φύλλα της παυλοσυκιάς, έχει αποδειχτεί πως καταπολεμούν την άμμο στα νεφρά, ενισχύουν τη λειτουργία της καρδιάς, συμβάλλουν στη μείωση της γλυκόζης του αίματος κι έχουν αντιδιαρροϊκή δράση.
© Η βασική φωτό, από συλλογή Χρ. Κωστελλέτου (f/b).