Με αφορμή τη σημερινή (17/9) εορτή της Αγιασοφιάς, μια μικρή αναδρομή στον πασίγνωστο ναό «της πιάτσας», άλλοτε «του Ορφανοτροφείου» και της συντεχνίας κτιστών και ξυλουργών.
Γράφει ο Ηλίας Αλεξόπουλος
HTAN τα χρόνια των περίφημων συντεχνιών. Αδελφοτήτες επιμέρους επαγγελματικών ειδικοτήτων, οργανωμένη, καθεμιά τους, γύρω από μια εστιακή κοινότητα, με κοινά βιώματα, κώδικες κι ανάγκες.
Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ τους πατούσε σε συγκεκριμένες καταστατικές αρχές. Πλαίσιο νοδαρο-σφράγιστο, με δικαιώματα. Υποχρεώσεις. Τυπικό. Αδιασάλευτος κανόνας; Η ένταξη κάθε συντεχνίας υπό τη σκέπη κάποιας εκκλησιάς. Μάζωξη, εκκλησιασμός κι ευλογία. Οι παντοπώλες, τη δική τους. Κρεοπώλες, ιατροί, ωρολογοποιοί, το αυτό. Κατά τα μέσα του 19ου αι., φτιάχνοντας τη δική τους συντεχνία, θα έβρισκαν και δαύτοι: οι «ξυλουργοί και κτίσται».
ΗΤΑΝ μία παλαιά μονή. Χτισμένη αρχικά, γύρω στα 1650, απ’ τον ιερέα Αυγουστίνο Δενόρη στην αψίδα «της Πορταριάλας» και αφιερωμένη στην Αγιασοφιά, τη Σοφία του Θεού – και «τις θυγατέρες της», Πίστη, Αγάπη κι Ελπίδα. Ή, καταπώς λέγαν’ οι παλαιοί, «τσ’ Αγιασοφιάς του Ορφανοτροφείου». Ο λόγος; Προφανώς, πάντως, διόλου άσχετος με την ίδρυση, το 1666, εκεί, κοντά στην Porta Reale, του πρώτου Ορφανοτροφείου – Εκθετοκομείου στο νησί (Ospitale de Bastardeli).
Η ΚΤΗΣΗ του ναού, γύρω στα 1700 πέρασε στην οικογένεια Γαβαλά. Κι από εκεί, μέσω της μητέρας τους, Αγγελικής (το γένος Γαβαλά), στα τέκνα του ιερέως Νικολάου Νικοπούλου, Νικόλαο και Φώτιο. Επίσης ιερείς. Στο πέρας, ωστόσο, των καιρών, μας λέει ο Κυπριώτης, βίωσε ένδεια. Παραμελήθηκε. Κινδύνευσε ακόμη και με τ’ αγκάθι της κατάρρευσης. Ώσπου εμφανίστηκε η συντεχνία: κτίστες, ξυλουργοί. Που «εζήτησαν και έλαβον την αγίαν Σοφίαν, ήδη πεπαλαιωμένην ούσας, ως εκκλησίαν της Συντεχνίας αυτών και την ανακαίνισαν τω 1851, προσθέσαντες και τον τίτλον “και του αγ. Ιωσήφ του μνήστορος” ως προστάτου των τεκτόνων» (Παπαγεωργίου, 1920).
ΤΟΤΕ oριοθετήθηκε επακριβώς στο σημερινό σημείο της. Αξιοποιώντας τον παρακείμενο χώρο «τριών αδελφών γυναικών, Δεβιάζη, οικουσών παρά τον πρώτον ναόν, δωρησασών μικρόν οικόπεδον». Μια, χωροταξικά, σαφώς πιο «άνετη», ευρύχωρη συνθήκη ξυλόστεγης, μονόκλιτης βασιλικής, σε σχέδια Ιωάννη Χρόνη (απ’ τα πολύ συγκεκριμένα μνημεία ναοδομίας του 19ου αι. στην πόλη). Του οποίου το αποτύπωμα διακρίνεται ως σήμερα στα βόλτα (ημικυκλικοί φεγγίτες) άνωθεν των δυο θυρών – ευθεία αναγωγή, πέρα απ’ το βενετσιάνικο πρότυπο (βλ. ναός Αγ. Μαυρικίου, G. Selva), στ’ αντίστοιχα θυρώματα τ’ αρχοντικού του Καποδίστρια. Του Χρόνη, κι εκεί, υπογραφή…
ΛΟΓΩ ειδικότητας, πέρα από την τελική δαπάνη των δυο χιλιάδων τάλαρων, κόπο στην ανέγερση βάλαν’, λέει, και οι ίδιοι οι… σύντεχνοι, «εργασθέντες δωρεάν. Τινές δε εξ αυτών εδώρησαν και πολύ της οικοδομησίμου ύλης προς αποπεράτωσιν». Άλλοι, προσέφεραν εικόνες (ο Παπαγεωργίου ξεχωρίζει των «του Μάρκου του Εφέσου και Γρηγορίου του Παλαμά, αίτινες και εν άλλοις της Κερκύρας ναοίς ιστορούνται…»). Ασήμια. Κανδύλες. Σκεύη, άμφια, λειτουργικά…
ΣΩΖΟΝΤΑΙ μπόλικα από εκείνα τα κειμήλια. Ή τα κατοπινά. Το θυμιατήρι και το βαγγέλιο με την ασημένια επένδυση του 1824… Τα πέντε επάργυρα καντήλια – αφιερώματα του 1851… Ο ασημένιος δίσκος του 1878… Άλλα… Παρέα με τις θύμησες όλων των ενδιάμεσων βημάτων. Το «διατελεί εις πτώχευσιν» των αρχών του 20ού αι., την ανακήρυξη του σε παρεκκλήσι του ναού του Αγ. Δημητρίου (που κατάπιαν οι εμπρηστικές του ’43), αργότερα τ’ Αγ. Αντωνίου «της Σπηλιάς», η μεταπολεμική του «παλινόρθωση», το «ενοριακός ναός» του ’90… Το σήμερα…