11.9 C
Corfu
Τετάρτη, 6 Δεκεμβρίου, 2023

Αιώνια μυστικά κρυμμένα στα «σαγράδα»…

Οι σκοτεινοί θρύλοι συνοδεύουν, αιώνες, την ύπαρξή τους. Τι ήταν, όμως, τα σαγράδα;

Επιμέλεια: Ηλίας Αλεξόπουλος

© Στη βασική φωτό, το σαγράδο της αγροικίας Σορδίνα (από Κ.Δ. Καραμούτσου, «Κερκυραϊκές Αρχοντικές Αγροικίες», Κέρκυρα, 2010).

ΣΚΟΤΕΙΝΑ μυστικά και αόρατες, σπαρακτικές κραυγές από πέτρινα, ανήλιαγα μπουντρούμια. Ένοχες σιωπές αιώνων, ψιθυριστή κληρονομιά απ’ τον γονιό στο τέκνο. Τρόμος. Κατάρες. Φονικά. Ιστορίες για στοιχειά κι ανήσυχες ψυχές νεκρών, που συνεχίζουν ν’ αρμενίζουν στα σκοτάδια. Ανήσυχες. Για τ’ άδικο… Κάποια βαριά, σκουριασμένη αλυσίδα. Ένα ουρλιαχτό, για λίγο έλεος. Τ’ ανατριχιαστικό κροτάλισμα κάποιου φθαρμένου σκελετού. Μύθοι, σφραγισμένοι ερμητικά. Στο υπόγειο, τρίσβαθο κελάρι κάποιου παλιού αρχοντικού, γεμάτο υγρασία. Κι εκείνη την ανεπαίσθητη «μυρωδιά» απ’ το παλιό κρασί. Κόκκινο. Μπρούσκο. Σαν (το) αίμα…

ΤΑ ΣΑΓΡΑΔΑ. Και η τρομερή τους φήμη. Αυτή που κληροδότησε στη λαογραφική μυθολογία των Κορφών, ως μια απ’ τις πλέον συναρπαστικές –και σκοτεινές- σελίδες της. Είναι οι υπόγειοι, πετρόχτιστοι, ανέαροι κι ανήλιαγοι, στοώδεις χώροι, κτισμένοι με ογκώδεις λίθους που εμφανίζονται συχνά στα παλαιά, βενετσιάνικα αρχοντικά του τόπου. Είτε εξωτερικά, στο προαύλιο των αγροικιών, μ’ αψιδωτή, κάποτε, είσοδο (βλ. αρχοντικό Σορδίνα), είτε εντός. Ως «κάτω χώρος», το υπόγειο αρχοντικών, επικοινωνούντα με μια ή δυο (όπως στ’ αρχοντικό του Ανδρουτσέλη) καταπακτές.

ΕΤΣΙ Ή ΑΛΛΙΩΣ, το φως του ήλιου δεν το έβλεπαν. Και η «πόρτα» τους, πέτρινη ή ξύλινη, που, μας λέει ο Καραμούτσος, «κλείνονταν ερμητικά με διπλή και σπανίως μονή, φρουριακού πάχους και κατασκευής πόρτα», έστεκε πάντα διπλοσφαλιστή, με δικαίωμα εισόδου μόνο για τον «κύρη» του σπιτιού. Τον «άρχοντα». Άλλος, ουδείς.

Το σαγράδο – κάβα στο αρχοντικό Ριβέλη (© Ps. Mavro / Stavriotis)

Η MAINSTREAM προσέγγιση δίνει στο σαγράδο ρόλο (αποθηκευτικού χώρου, συνηθέστερα δε) κάβας, για την ωρίμανση του κρασιού, που παρήγαγε η φαμίλια. Και προφανώς, δεν είν’ τυχαίο το γεγονός ότι μια απ’ τις περιπτώσεις σωζόμενου σαγράδου, στ’ αρχοντικό Ριβέλη (Rivelli) στους Αλειμματάδες, ανήκε σε μια οικογένεια με μεγάλη παράδοση στην οινοπαραγωγή (βραβευμένη, πλην άλλων, στην τότε ξακουστή έκθεση Θεσσαλονίκης). Αλλά από ‘κεί και πέρα, η σκυτάλη περνά σε μία πάλη: μύθου και πραγματικότητας…

Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, τα σαγράδα λειτουργούσαν ως οικογενειακοί τάφοι (κατακόμβες) των ευγενών. Εξ ου και τα κατά καιρούς οστά που ανακαλύφθηκαν.  

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ, ανά τους καιρούς, υποστηρίζουν πως στα τρίσβαθα σαγράδων –και ειδικά κατά την περίοδο της μεγάλης ανοικοδόμησης- βρήκαν σκελετούς. Μια τέτοια, έρχεται από την Κατοχή. Ένας, λέει, Γερμανός, διέταξε έναν γέροντα –τον σεβαστό Νίκο Γραμμένο, γνωστό ως «Νίβα», απ’ τους Σιναράδες- ν’ ανοίξει το σαγράδο του. Και είδαν: σκόρπια, ανθρώπινα οστά. Ποιων; Από πότε; Άγνωστο. Ξεβράστηκαν, όμως, ιστορίες. Για παλιούς αρχόντους του νησιού. Που όποιον έβρισκαν αχρείαστο ή ενοχλητικό, τον κουβαλούσαν σπίτι, τάχα για να το πληρώσουν, τον οδηγούσαν πάνω στην καταπακτή, άνοιγαν –με κάποιο μηχανισμό- «την κρύπτη» και τον πέταγαν εκεί˙ «έχτιζαν ζωντανούς τους δανειστές τους, αυτούς που είχαν δουλέψει και διεκδικούσαν τώρα την πληρωμή τους ή αυτούς που γνώριζαν κάποιο μυστικό τους», σημειώνει ο Δεσύλλας. Είτε τον ξεπάστρευαν αλλού και τον ρίχναν’ στο σαγράδο, να μην τον ξαναβρεί κανείς.

Η είσοδος του σαγράδου Ριβέλη (πηγή, Κ.Δ. Καραμούτσος, ό.π.)

ΚΥΡΙΩΣ, λένε, ήταν φτωχοί, αγρότες, χωρικοί. «Τα δουλικά». Που χρωστούσαν, έκλεβαν, ζητούσαν θέλημα, ήταν ανυπάκουοι ή ξέραν’ κάτι που δεν έπρεπε. Γι’ αυτό και διαχρονικά, ο θρύλος των σαγράδων, ήκμασε κυρίως στη φτωχολογιά. Πρώτα, της υπαίθρου. Και οι χωρικοί έτρεμαν ακόμη και να περάσουν απ’ τα αρχοντικό. Ακόμη κι αν, χρόνια μετά, ήταν πια άδειο ή ερείπιο. Αρκούσε που, όπως πίστευαν, εκεί συνέχιζαν να τριγυρνούν οι ψυχές των αδικοχαμένων. Οι «ίσκιοι» τους, οι «Μώροι». Και τούτο ήταν «σκιαχτικό». Και άσχημο σημάδι…

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ πλαίσιο πάνω στο οποίο «πατά» ο θρύλος, μας πάει πιο πίσω απ’ την Ενετοκρατία (ο Καραμούτσος καταθέτει την υποψία οι απαρχές να εντοπίζονται ακόμη παλαιότερο, επί Ανδηγαυών, θεσμό της «βαρονίας»). Τότε, σημειώνει ο Κλήμης, ήταν που διαμορφώθηκαν τα δύο κυρίαρχα, για τους επόμενους αιώνες, κοινωνικά στρώματα: οι Δυνατοί και οι Πένητες. Τότε εμφανίστηκε και ο όρος «Sacrum» (ιερό) για τα αρχοντικά των πρώτων, επειδή θεωρούσαν εαυτούς «εκπροσώπους του Θεού στη γη». Και απ’ το «Sacrum» > «Sagrato» (ιερός χώρος, άδυτο, το μη απαραβίαστο, το υπόγειο με τη μυστικιστική του έννοια»), με παραφθορά, βγήκε το «σαγράδο». Η… ιερή οικία.

Σ’ ΕΞΕΛΙΞΗ αυτού του status quo, επί Ενετών η διάκριση «ευγενών / φεουδαρχών» και «χωρικών» απέκτησε πιο απόλυτα χαρακτηριστικά. Οι «κόντηδες» τιμωρούσαν. Η φτώχεια (πείναγε και) τιμωρούνταν. Αμείλικτα.

Θ’ ΑΡΚΟΥΣΕ αυτό για να «αιτιολογήσει» τον (επέκεινα) θρύλο των σαγράδων. Προκύπτει, ωστόσο, και μια επιπλέον, πιο συγκεκριμένη «εξήγηση». Σύμφωνα μ’ αυτήν, κατ’ έναν νόμο εποχής, αν οι βενετσιάνικες αρχές κυνηγούσαν κάποιον για παρανομία, στην περίπτωση που αυτός περνούσε την αυλόπορτα κάποιου αρχοντικού (ορθότερα, συγκεκριμένων αρχοντικών) η καταδίωξη έπαυε. Αυτόματα. «Αρκούσε ν’ αγγίξουν τον “μπατιτούρο” (το ρόπτρο) της αυλής». Ή, όπως στην περίπτωση τ’ αρχοντικού Σορδίνα, «μια πέτρινη πλάκα μ’ ένα σκαλισμένο χέρι, δεξιά στην είσοδο» (Σπ. Μεσημέρης).


To αρχοντικό Σορδίνα σε φωτό του π. 1880 (ανάρτηση Σπ. Μεσημέρη, f/b)

ΤΥΠΟΙΣ, έμοιαζε με ένα είδος άσυλου. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, απ’ εκείνη τη στιγμή, ο άρχοντας έφθανε, εν πολλοίς, να υποκαθιστά τις αρχές. Αν έκρινε πως το αδίκημα ήταν μικρό, συνέχιζε δίπλα του, ως «ισόβιο δουλικό». Αλλιώς, τον πετούσε στο σαγράδο. Και χανόταν σιωπηλά. Και δια παντός – και «στις άγριες νύχτες του χειμώνα», λέει μια σπάνια σημείωση του Ι. Πιέρρη, «όταν ο αέρας σφυρίζει στα χαλάσματα του σπιτιού, οι περαστικοί ακούνε τους θρήνους των αδικοχαμένων ανθρώπων, που τα κόκκαλα τους γεμίζουν τα υπόγεια». Και κανείς δεν έλεγε κουβέντα. Οι οικείοι τους, γιατί δεν ήξεραν (κι αν υποψιάζονταν, φοβούνταν). Οι αρχές, γιατί ο τόπος «καθάριζε». Και οι «ευγενείς», γιατί λειτουργούσε φοβικά προς κάθε ταπεινό με διάθεση ν’ ασκώσει το κεφάλι του.

ΜΟΝΟ που, λέγεται, σταδιακά το πράμα ξέφυγε. Και κάποιοι απ’ τους «κόντηδες» καταχράστηκαν τούτη την –άτυπη- εξουσία τους, οδηγώντας στο σαγράδο (και στο θάνατο) οιονδήποτε πήγαινε αντίθετα στα «θέλω» τους. Και ο μύθος γιγαντώθηκε. Τουλάχιστον, έως τον 17ο αι. Και την κάποια φιλελευθεροποίηση του ενετικού καθεστώτος.

Πλην του αρχοντικού Ριβέλη, στους Αλειμματάδες, του Σορδίνα (στο Κωθονίκι) και του Θεοτόκη – Ανδρουτσέλη (στο Κεφαλόβρυσο), σαγράδα έχουν εντοπιστεί στα αρχοντικά Κουρκουμέλη (στην Άφρα), Μοτσάνεγα (στους Ξαθάτες) και Κουαρτάνου (στους Δουκάδες). Κι ενώ αποδεδειγμένα, το δικαίωμα του «ασύλου» είχε παραχωρηθεί και στις οικογένειες Τριβόλη (Ν. Κέρκυρα), Γιαλινά – Σπάθα (Μέση), Πολυλά και Θεοτόκη Καλοκαρδιάρη (Βορράς). Στην πόλη, διαδεδομένες φημολογίες περί οικιών με σαγράδο, αφορούν σε αρχοντικά της Νικηφόρου Θεοτόκη. Όπως το αρχοντικό Κομπίτσι, έναντι του ναού του Αγ. Βασιλείου ή κάποια, παρακάτω, κάτ’ από τα βόλτα της κατηφόρας προς τον Άγ. Αντώνη.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ