17.9 C
Corfu
Κυριακή, 6 Οκτωβρίου, 2024

Καλή αποκοπή / «Αυγά, πουλιά», ψηλά βουνά και η στάχτη στην ογνίστρα

Πώς υποδέχονταν την έλευση του νέου έτους στην παλαιά Κέρκυρα.

Γράφει ο Ηλίας Αλεξόπουλος

ΚΑΙ Ο ρολοδείχτης χάιδευε, στα τέρμινα, το μεσονύχτιο σημάδι του. Ήρεμος. Ολόρθος. Ρυθμικός. Ώρα, 12η βραδινή. Μεσάνυχτα κι ένα χνώτο. Το έμπα του καινούργιου χρόνου. Και πέφταν’ οι πρώτες οι ευχές για «καλή αποκοπή» (δηλ. με το καλό να αποχωριστούμε τον χρόνο τον παλιό). Τα πρώτα αγκαλιάσματα – αν και τα «πολλά» αρχινούσαν το πρωί, μετά την εκκλησιά. Με σηκωμό «προτού να φέξει», αξημέρωτο. Οι νοικοκυρές, για να φτιάξουν τηγανίτες για το κέρασμα, μετά τη λειτουργία. Και κάπου… κάποτε… κατά τον κερκυραϊκό βορρά…

ΣΥΝΗΘΩΣ, λέει, το ‘πραττε ο γεροντότερος του σπιτικού. Τραβούσε τα σκεπάσματα, ένιβε το μούτρο, κοντοζύγωνε προς το παράθυρο ή έβγαινε έξω, στην αυλή και κάνοντας αγνάντι στον ορεινό όγκο του Παντοκρατόρου, καλημέριζε πρώτος (αυτός, ο πιο σεβαστικός, ούτε τα παιδιά, ούτε τ’ αγγόνια) τις ψηλότατες κορφές και την καινούργια μέρα / χρόνο. Μ’ ένα –τρις επαναλαμβανόμενο- ψιθύρι. Παλαιό. Εθιμικό…

«Καλημέρα σας βουνά και καλή αρχιχρονιά,

σαν τα βουνά να ‘μια γερός, σαν τη θάλασσα ξυπνός

και σαν τα θαλασσοκύματα, να κάνω τα θελήματα…»

Ή, σε περιοχές (π.χ. του Όρους ή «τ’ Αγύρου») που την εθιμοτυπία έπραττε η κυρά του σπιτικού…

«Καλημέρα σας βουνά και καλή αρχιχρονιά,

σαν κι εσάς να είμαι γερή και σαν τα πουλιά ξυπνή…»

ΚΙ ΕΠΕΙΤΑ (όπου δεν χαιρετούσαν τα βουνά, το συνήθειο άρχιζε κατ’ ευθείαν απ’ εδώ), πήγαινε ευθεία στην «ογνίστρα» (τζάκι). Με «τη στιά» που ζεματούσε «απ’ του Χριστού» (κι όλο το Δωδεκαήμερο, ως τα Φώτα), από «τριώ ειδώνε ξύλα. Εληά, περνάρι και κεπαρίσσι (Λάσκαρι, σελ. 254 – 256)˙ όχι τυχαία. «Η εληά, βλοημένη και καρπερή θα φέρει στο νέο χρόνο ούλα τα καλά τση γης, τα στάρια και τα γεννήματα του Θεού, ο κεπάρισσος τα σερνικά παιδιά να προβατήσει η αθρωπότη ομπρός και το περνάρι, που είναι ξύλο γερό και ύγιο σν το λιθάρι, την υγεία».

ΕΠΙΑΝΕ το σίσκλο (δοχείο) με τη στάχτη (κι αν δεν μπορούσε, του το σέρναν’ στο κρεβάτι), την ανακάτωνε με τη χούφτα και το δάκτυλο κι έριχνε ετούτη την ευχή – επίσης τρις…

«Αυγά πολλά σωρούλια / και γάλλικα πολλά,

κόττες και κοτόπουλα / και όλα τα καλά”».

Ή, στην πιο δημοφιλή της εκδοχή…

«Αυγά πουλιά, αυγά πουλιά / κι’ οι νοικοκυραίοι καλά,
χίλια μύρια, χίλια μύρια / ευτυχία μπαρμπαρά, στάρια, κρασιά, λάδια”…»

Ή έτσι…

«…χίλια μύρια τα καλά,

στάρια, λάδια και κρασιά και πολλά τα μπαρμπαρά…»

Και όσες άλλες εκδοχές…

«ΑΥΓΑ… πουλιά…»˙ μ’ αιτία και με νόημα. Γιατί στην «εξοχή» η πτηνοτροφία ήταν εκείνους τους καιρούς, το κύριο προσόδιο. Το στήριγμα του οικογενειακού ταμείου. Τόσο στην Κέρκυρα, όσο και τα υπόλοιπα Επτάνησα˙ γι’ αυτό και το έθιμο εντοπίζεται, από παλιά κι εκεί. Κεφαλονιά παράδειγμα, σε ντόπια εκδοχή…

«Αυγά, πουλιά, όλο κιού / και κανένα κλου»

ΠΟΥ πα’ να πει, να μην βγουν ποτέ τους κλούβια τα αυγά της κλώσας…

Η ΔΙΑΦΟΡΑ; Σύμφωνα με παλαιά μαρτυρία του Τσιτσέλη (1910), εκεί το… τάμα δεν το ‘λεγαν ξημέρωμα, όπως στους Κορφούς. Αλλά ζητούσαν να το πουν οι ξένοι, που έρχονταν για βίζιτα, μετά την εκκλησιά ή το απόγιομα. Την ώρα, που κι εκεί, τα πιτσιρίκια –και η φτωχολογιά του τόπου-  γύριζαν τη γειτονιά για μποναμά βαστώντας την «ασκέλα» τους («αγιοβασιλίτσα» στην Κεφαλονιά) ή ένα «πιατέλο» με πορτοκάλι, στολισμένο «με πρόκες (μοσχοκάρφια) και γαρούφαλο» (πατήστε ΕΔΩ).

ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ η ευχή («Αυγά, πουλιά…») μαρτυρείται σ’ ακόμη μια περίπτωση: ανήμερα πια, απ’ το στόμα των παιδιών, που έπαιρναν τη ρούγα στο κατόπι, πόρτα με πόρτα, χαλεύοντας τη «στρίνα» τους. Και συνήθως, λέει ο Κούρκουλος (σελ. 9), προσκαλούνταν ν’ ανακατέψουν πρώτα τη στάχτη του τζακιού – γιατί η ψυχή των παιδιών ήταν αθώα, καθαρή, κι έτσι θα έπιανε καλύτερα η ευκή. Κι έπειτα, μόνο έπειτα, τους έβαναν στην τσέπη το κέρμα ή το κέρασμα…

# ΟΙ ΚΟΛΟΝΙΕΣ: Σε κάποιες περιοχές, βράδυ παραμονής, μαρτυρούνται, ως έθιμο, οι «κολόνιες». Άνθρωποι κάθε ηλικίας, στο δρόμο, κρατώντας μπουκάλια με αρώματα, αφού «ενημέρωναν» κάθε λογής περαστικό πως «ήρθαμε με ρόδα και ανθούς / να σας ειπούμ’ Χρόνους Πολλούς», τους ράντιζαν, για να τους εύρει ο νέος χρόνος μ’ ευωδία. Στην Κεφαλονιά το έθιμο διατηρείται πάντα ακμαίο.

# ΤΟ ΡΟΔΙ: Πανελλαδικό έθιμο, διαχρονικό… Πέραν του κρεμάσματος της «ασκέλας» σ’ εξωπόρτα και σ’ εργαστήρια, πρωί Πρωτοχρονιάς έσπαγαν στην είσοδο του σπιτικού ένα ρόδι, πανάρχαιο σύμβολο ευημερίας, αφθονίας και καλοτυχίας. Και φυσικά, την πρώτη μέρα, φρόντιζαν «το καλό ποδαρικό», να μη δανείσουν / δανειστούν, στενοχωρήσουν / στενοχωρηθούν, μην κλάψουν ή χτυπήσουν.

# ΚΑΝΟΝΙΟΒΟΛΙΣΜΟΙ: Στην πόλη, επί Αγγλοκρατίας, το νέο έτος εορταζόταν με 21 κανονιοβολισμούς από το Φρούριο και παιανίσματα των μουσικών στους σημαιοστολισμένους δρόμους – «διότι ούτως συνηθίζουν οι Έλληνες όταν είναι Εθνικαί εορταί ή εορτάσιμαι», έγραφε το 1865 ο Σαμαρτζής. Δοξολογία στον Άη Γιώργη, μάζωξη «του Αρμοστού» (Ανάκτορα) κι αργότερα, δεξίωση στο Νομαρχιακό Μέγαρο.

Με πληροφορίες από…

CorfuStories Mag. (έντυπη έκδοση), τ. 11 (Δεκ. 2018).

Αναστάσιος Κούρκουλος, «Ημερολόγιον των Φαιάκων, 1933», Αθήναι, 1932.

• Νινέττα Χ. Λάσκαρι, «Κέρκυρα, Μια ματιά μέσα στο χρόνο», εκδ. «Ποταμός», Αθήνα, 2016.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ