10.9 C
Corfu
Πέμπτη, 12 Δεκεμβρίου, 2024

3/11/1869: Πεθαίνει ο Ανδρέας Κάλβος

Ο Ανδρέας Κάλβος (Απρίλιος 1792–3 Νοεμβρίου 1869) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, του οποίου δεν υπάρχει γνωστή απεικόνιση. Η νεοκλασικιστική του παιδεία και η ρομαντική του ψυχοσύνθεση συμπλέκουν στην ποίησή του το δραματικό με το ειδυλλιακό, το παγανιστικό με το χριστιανικό, τα αρχαιοελληνικά πρότυπα με τη σύγχρονη επαναστατική επικαιρότητα, τον πουριτανισμό με το λανθάνοντα ερωτισμό, την αυστηρότητα, τη μελαγχολία, την κλασικιστική φόρμα με το ρομαντικό περιεχόμενο, σύζευξη που είναι ορατή ακόμη και στη γλώσσα (αρχαΐζουσα με βάση δημοτική) και στη μετρική (αρχαϊκή στροφή και μέτρο που συχνά δημιουργεί, σε δεύτερο επίπεδο, δεκαπεντασύλλαβους).

Ο Ανδρέας Κάλβος γίνεται γνωστός στο γαλλικό κοινό χάρη στη Γαλλίδα Juliette Lamber, τη διευθύντρια ενός γαλλικού περιοδικού όταν κάνει ένα μεγάλο λογοτεχνικό αφιέρωμα στη νεοελληνική λογοτεχνία του 19ου αιώνα από το Νεοελληνικό Διαφωτισμό έως την ένταξη της Θεσσαλίας (1790-1880) στη Nouvelle Revue το 1880.

Βιογραφικά στοιχεία

Σύγχρονος του Σολωμού, γεννήθηκε το 1792 στη Ζάκυνθο από την Ανδριανή Ρουκάνη, καταγόμενη από παλιά αρχοντική οικογένεια της Ζακύνθου και από το Τζανέτο Κάλβο, Κερκυραίο ανθυπολοχαγό του Ενετικού στρατού και αργότερα έμπορο. Το 1802 ο πατέρας Κάλβος παίρνει τα 2 παιδιά του, τον Ανδρέα και τον κατά 2 χρόνια μικρότερο Νικόλαο κι εγκαταλείπει τη σύζυγο του για να εγκατασταθεί στο Λιβόρνο της Ιταλίας, όπου ήταν από παλαιότερα εγκατεστημένος ο αδελφός του, Βιτσέντσο. Ελάχιστες πληροφορίες υπάρχουν για τη ζωή του Ανδρέα Κάλβου στο Λιβόρνο από το 1802 έως το 1811, όπου απέκτησε στέρεη γνώση της ιταλικής παιδείας και γλώσσας. Για τον πατέρα του Τζανέτο υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι ήταν μέλος των μυστικών εταιρειών της εποχής που είχαν πολιτική και απελευθερωτική δράση στην Ιταλία.

Στο Λιβόρνο ο Κάλβος έγραψε μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου και τύπωσε το καλοκαίρι του 1811 το πρώτο του έργο (Canzone…) αφιερωμένο στο Ναπολέοντα, που αργότερα αποκηρύσσει. Τον ίδιο χρόνο πήγε για λίγους μήνες στην Πίζα, όπου εργάστηκε ως γραμματέας και αμέσως μετά στη Φλωρεντία, κέντρο τότε της πνευματικής ζωής και δημιουργίας όπου φοίτησε στην Ακαδημία.

Το 1812 σημαδεύεται από το θάνατο του πατέρα του και από τη γνωριμία του με τον Ugo Foscolo, ποιητή και λόγιο, ο οποίος θα γίνει δάσκαλος, καθοδηγητής και μυητής του Κάλβου στο νεοκλασικισμό, στα αρχαϊκά πρότυπα και στον πολιτικό φιλελευθερισμό. Το 1813 ο Κάλβος και υπό τη σκιά του Foscolo, γράφει στα ιταλικά 3 τραγωδίες: Θηραμένης, Δαναΐδες και Ιππίας. Επιπλέον ολοκληρώνει 4 δραματικούς μονολόγους σύμφωνα με τις νεοκλασικιστικές επιταγές. Ο Foscolo αυτοεξορίζεται στο τέλος του 1813 στη Ζυρίχη για να αποφύγει το αυστριακό καθεστώς. Ο Κάλβος τον ξανασυναντά εκεί το 1816 και την ίδια εποχή πληροφορείται το θάνατο της μητέρας του. Εν τω μεταξύ έχει συνθέσει στα ιταλικά, από το 1814, την Ode agl’Ionii (Ωδή εις Ιονίους).

Σεπτέμβριο 1816 οι 2 φτάνουν στο Λονδίνο και η αλληλεπίδραση τους εξακολουθεί μέχρι το Φεβρουάριο του 1817, όταν διαλύεται η σχέση τους. Ο Κάλβος εξασφαλίζει τα προς το ζην παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα ιταλικών και σε μικρότερο βαθμό ελληνικών. Μεταξύ 1817 και 1818 μεταφράζει στα νέα ελληνικά το Book of Common Prayer, το βασικό λειτουργικό κείμενο της Αγγλικανικής Εκκλησίας και επιμελείται φιλολογικά την ιταλική μετάφραση για λογαριασμό του εκδότη Bagster. Η νεοελληνική έκδοση θα κυκλοφορήσει το 1820 και η ιταλική το 1821. Η πολύγλωττος έκδοση, σε 8 γλώσσες, θα τυπωθεί το 1821 σε σχήμα 4ο. Στα 1818-19 δίνει διαλέξεις με θέμα την ορθή προφορά των αρχαίων ελληνικών, οι οποίες προκαλούν αίσθηση. Συντάσσει μια Νεοελληνική Γραμματική, μια Μέθοδο Εκμάθησης Ιταλικών σε 4 μέρη (το τρίτο μέρος συνιστούν οι δικές του Danaidi) και ασχολείται με τη σύνταξη ενός αγγλοελληνικού λεξικού.

Το Μάιο του 1819, προσχώρησε στο Αγγλικανικό Δόγμα (he had conformed to the Church of England) και παντρεύεται με το αγγλικανικό τυπικό την Τερέζα Τόμας η οποία πεθαίνει (πιθανότατα και η κόρη που είχαν εν τω μεταξύ αποκτήσει) 1 χρόνο αργότερα. Συνάπτει ερωτική σχέση με τη μαθήτριά του Σούζαν Ριντού. Τέλη Ιουλίου του 1820 εγκαταλείπει την Αγγλία.

Το 1819 τυπώνει την πρώτη ελληνόφωνη ωδή του, Ελπίς Πατρίδος. Το ποίημα θα ανευρεθεί από το Λεύκιο Ζαφειρίου σχεδόν 200 χρόνια μετά, στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Γλασκόβης και θα παρουσιαστεί στον τόμο «Ο Βίος και το Έργο του Ανδρέα Κάλβου» (Μεταίχμιο 2006).

Το Σεπτέμβριο του 1820 επιστρέφει στη Φλωρεντία με μια μικρής διάρκειας στάση στο Παρίσι. Εμπλέκεται στο κίνημα των Καρμπονάρων, συλλαμβάνεται και απελαύνεται στις 23 Απριλίου του 1821. Καταφεύγει στη Γενεύη, όπου εργάζεται ως καθηγητής ξένων γλωσσών, ενώ παράλληλα τον απασχολεί η έκδοση ενός χειρογράφου της Ιλιάδας, που όμως δεν πραγματοποιείται. Συγκλονισμένος και συνεπαρμένος από το ξέσπασμα της επανάστασης, εκδίδει το 1824 στη Γενεύη τη Λύρα, συλλογή 10 ωδών. Οι ωδές του σχεδόν αμέσως μεταφράζονται στα γαλλικά και βρίσκουν ευμενή υποδοχή. Στις αρχές του 1825 ο Κάλβος μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου 1 χρόνο αργότερα δημοσιεύει ακόμη 10 ωδές σε δίγλωσση έκδοση, με οικονομική ενίσχυση των φιλελλήνων, τις Νέες ωδές.

Τέλη Ιουλίου 1826 φτάνει στο Ναύπλιο όπου διαμένει για σύντομο χρονικό διάστημα και τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου αναχωρεί για την Κέρκυρα. Μέχρι το 1827 διδάσκει στην Ιόνιο Ακαδημία. Ως το 1836, οπότε και επανατοποθετείται στην Ακαδημία, ασχολείται με ιδιαίτερα μαθήματα. Το 1841 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Κερκυραϊκού Γυμνασίου, παραιτείται όμως στο τέλος του χρόνου. Ο Γεράσιμος Μαρκοράς υπήρξε μαθητής του. Ταυτόχρονα συνεργάζεται με τοπικές εφημερίδες. Με το Σολωμό, όπως μαρτυρείται, «είχε απλή γνωριμία».

Το Νοέμβριο του 1852 ο Κάλβος αφήνει την Κέρκυρα κι επιστρέφει στην Αγγλία. Ένα χρόνο αργότερα, το Φεβρουάριο του 1853 παντρεύεται με τη Charlotte Wadams, στο παρθεναγωγείο της οποίας στο Λάουθ θα διδάσκει μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο Κάλβος πεθαίνει στις 3 Νοεμβρίου του 1869. Η ταφή του (καθώς και της χήρας του, που πέθανε το 1888) έγινε στο νεκροταφείο της εκκλησίας της Αγίας Μαργαρίτας στο Κέντιγκτον, κοντά στο Λάουθ.

Μετακομιδή των οστών του Κάλβου

Η σορός του Ανδρέα Κάλβου και της συζύγου παρέμειναν στην Αγγλία για 91 χρόνια. Κατόπιν αιτήσεως της, τότε, ελληνικής κυβέρνησης, που γιόρτασε το 1960 ως «Έτος Κάλβου», έγινε η μετακομιδή των οστών του εθνικού ποιητή από το Λονδίνο στην Αθήνα και εν συνεχεία στη Ζάκυνθο. Πρεσβευτής στην αγγλική πρωτεύουσα ήταν ο Γιώργος Σεφέρης. Στρατιωτικό απόσπασμα απένειμε τιμές στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, την 19η Μαρτίου, ημέρα της μεταφοράς των 2 φερέτρων, ενώπιον συγκεντρωμένου πλήθους και προσωπικοτήτων από τον πνευματικό και πολιτικό κόσμο. Με στρατιωτική συνοδεία τα 2 «μολύβδινα φέρετρα», στα οποία τοποθετήθηκε η ελληνική σημαία, οδηγήθηκαν στο ναό του Αγίου Ελευθερίου στη Μητρόπολη, όπου ετελέσθη τρισάγιο.

Η πρόσληψη του Κάλβου

Η ένταξη του Ανδρέα Κάλβου στη νεοελληνική ποίηση έγινε σε μια γαλλική επισκόπηση της νεοελληνικής λογοτεχνίας από τη Nouvelle Revue όπως δημοσιεύεται σε ελληνική μετάφραση του μοναδικού Δημητρίου Βικέλα στο περιοδικό «Παρνασσός» του ομώνυμου φιλολογικού συλλόγου. Ακολουθεί ο Κωστής Παλαμάς με τη μνημειώδη Ομιλία του για τον Ανδρέα Κάλβο που δημοσιεύτηκε άμεσα στο περιοδικό-σταθμός «Εστία» στο τέλος της ίδια χρονιάς. Έτσι, η πρώτη νομιμοποίηση του ποιητή από την ελληνική πλευρά έρχεται από το Βικέλα και ολοκληρώνεται στην ομιλία του Παλαμά το 1889, με την οποία γνωρίζεται στο ευρύτερο ελληνικό κοινό. Ο Αλέξανδρος Σούτσος στην Ιστορία της νέας ελληνικής φιλολογίας του, μνημονεύει τον Κάλβο δίπλα στο Σολωμό ως ωδοποιών μεγέλων. Το 1881 με την έκδοση του Δε Βιάζη εγκαινιάζονται οι Καλβικές μελέτες καθώς το ποιητικό έργο του Κάλβου καθίσταται προσιτό.

Για περισσότερα άρθρα της στήλης “ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΣΑΝ ΚΑΙ ΑΥΤΗ”, πατήστε ΕΔΩ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ