13.9 C
Corfu
Κυριακή, 3 Νοεμβρίου, 2024

«To τέρας έφαε τον Γουίλι…»

Μια συγκλονιστική ιστορία, στην Κέρκυρα του 1847, που επέπνευσε ακόμη και τον Διονύσιο Σολωμό Το σαν σήμερα (24/7) ντοκουμέντο της «Εφημερίδος των Ιονίων»

Γράφει ο Ηλίας Αλεξόπουλος

© Photo Credits (βασική φωτό): findagrave.com

ΚΟΝΤΕΥΕ, πια, του Άη Λια. Παραμονή, βραδάκι 19ης Ιουλίου. Κάποιοι το συζήταγαν στο καφενείο, πανηγύρι. Ψιθυρισμοί για το θέμα «της Ενώσεως», γνώμη για τα τοπικά και τον «σιορ τάδε», βλαστήμιες για τη ζέστα, σουλάτσο και κουτσομπολιό. Κυλούσε ήρεμα, συνηθισμένα για τους νοικοκυραίους των Κορφών το καλοκαίρι του 1847. Ώσπου βγήκε η πρώτη φήμη: «Τα μάθατε, μωρές; Ένα παιδί, Εγγλέζο˙ τον έφαγε στη Μαντρακίνα, μου ‘πανε, το τέρας…».

ΚΑΡΧΑΡΙΑΣ ήτανε «το τέρας». Σμπρίλιος, Πόρφυρας ή όπως άλλως τον έλεγε η γλώσσα των Κορφών. «Τέρας» το ‘χαν βαφτίσει απ’ τα «πέρσι» (1846), όταν μια εμφάνισή του, στα νερά «του Άη Νικόλα», είχε πρωτομοιράσει ανατριχίλες, φόβο  – αλλά, εντέλει, ανακούφιση («ο Άγιος», έλεγαν, «μας έσωσε!»). Προτού το πιάσουνε, το βαλσαμώσουν και το βάλουν στο Μουσείο. Τώρα, όμως…

ΑΝΗΜΕΡΑ, πια, του Άη Λια, άλλο θέμα στην κουβέντα δεν υπήρχε. Όλοι ρωτούσαν, καθένας και μια πληροφορία, τη δική του υπερβολή. Τρομακτικές περιγραφές, φήμες ανάκατες –πώς έγινε; Ποιος ήτανε; Ποιοι το ‘δαν; Ήταν κι άλλοι – και τι έκαμαν; Στις 24, σαν σήμερα, η «Εφημερίς των Ιονίων Νήσων», υπέγραφε το ντοκουμέντο:

«Θαλάσσιον τέρας, γιγαντιαίου μεθέγους, ώρμησεν αιφνηδίως κατά στρατιώτου του 36 Τάγματος, όστις εκολύμβα μετά τινών άλλων συντρόφων του, πλησίον του Μόλου της Μανδρακίνας. Αφ’ ου ήρπασε την βοράν του με τους οδόντας, ο Καρχαρίας εβυθίσθη δια να την καταφάγη, αφίνων την επιφάνειαν της θαλάσσης βαμμένην με αίμα. Και άλλος στρατιώτης κολυμβών πλησίον του πρώτου εκινδύνευσε να γίνη και αυτός βορά του τέρατος, αλλά κατ’ ευτυχίαν διέφυγε τον κίνδυνον, φέρων εις το σώμα του πληγήν την οποίαν το θηρίον του επέφερε με την ουράν του. Λέμβοι τινές του “Φλογερού”, ατμοπλοίου της Αυτής Μεγαλειότητος, και άλλων πλοίων προσωρμισμένων πλησίον του μέρους, έτρεξαν εις βοήθειαν των άλλων κολυμβητών, χωρίς όμως να δυνηθώσι κατά δυστυχίαν να ελευθερώσωσιν εκείνον τον ατυχή, επειδή το τέρας έγινε την ίδιαν στιγμήν άφαντον, σύρον μετ’ αυτού το δυστυχές θύμα του…»

ΤΟ ΘΥΜΑ ήταν ο 19χρονος (γεν. 1828), William Mills, απ’ το Backwell του Derbyshire. Στρατιώτης του 36ου τάγματος του Worcestershire (είχε καταταγεί τέλη Απρίλη του ‘46), το οποίο είχε φθάσει στο νησί τον Ιανουάριο, προερχόμενο απ’ το Gosport (Αγγλία).

ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ είχαν εγκατασταθεί στο Παλαιό Φρούριο. Στη θερμή καλοκαιριά, τα νερά του βορινού του τμήματος, ήταν η μικρή απόδρασή τους. Για τον Mills, το υγρό του κοιμητήριο…

ΣΤΙΣ 31 ΙΟΥΛΙΟΥ, η «Εφημερίς» επανερχόταν˙ βρέθηκε, έγραψε, το κατασπαραγμένο σώμα του, απ’ το οποίο έλειπε «ο δεξιός βραχίων». Στην πραγματικότητα, και μέρος των ποδιών του. Σάρκινα κομμάτια, ξεβρασμένα στις ακτές…

ΑΡΓΟΤΕΡΑ, στον αγγλικό Τύπο, θα δημοσιευόταν και η συγκλονιστική περιγραφή αυτόπτη μάρτυρα –στρατιώτης, προφανώς, και δαύτος (την αφήγηση ξετρύπωσε – μετέφρασε προ ετών, στην πλήρη του έκταση, ο Αλέξης Κορωνάκης – Ασπιώτης). Ήταν, είπε, μια παρέα, τρεις στρατιώτες που κίνησαν να κάνουν κολυμπώντας το γύρο ενός πολεμικού ατμόπλοιου, μεταξύ Βίδο και Φρουρίου. Όταν έπεσε το σήμα πως πλησίαζε ο δαίμονας, βρίσκονταν κάπου μισό μίλι απ’ την ακτή.

«Δε θα ξεχάσω ποτέ μου την εικόνα: έκαναν μεταβολή και, με όλες τις δυνάμεις τους, κολυμπούσαν προς τα έξω, καθώς το φοβερό τέρας κολυμπούσε πίσω ταχύτατα – μόνο του σημάδι, το πτερύγιο. Κάποιες βάρκες ξεκίνησαν από την ακτή –ο παφλασμός απ’ τα κουπιά, ύστερα τα γρήγορα, κοφτά χτυπήματα καθώς έτριζαν πάνω στους σκαρμούς! Η άγρια φωνή του λοστρόμου του ατμόπλοιου ακούστηκε: “Χαμηλώστε τις επωτίδες!” Και ξεκίνησε ακόμα μία βάρκα για την επιχείρηση διάσωσης. Βλέπαμε με κομμένη την ανάσα. Οι βάρκες είχαν πλησιάσει τους άνδρες και το μακρύ μαύρο πτερύγιο είχε εξαφανιστεί. Αλλά, όχι! Ο καρχαρίας είχε απλά βουτήξει πριν τη θανατηφόρα επίθεση και σύντομα ένα ουρλιαχτό μαρτυρούσε πως κάποιος από τους τρεις ήταν καταδικασμένος. Για μερικά δευτερόλεπτα, είδαμε τον άντρα αρπαγμένο από το χέρι και τη γκριζωπή κοιλιά του καρχαρία που γυάλιζε στο ήλιο, καθώς πάλευε με το θύμα του, το οποίο βυθίστηκε μπροστά στα μάτια μας χτυπώντας φρενιασμένα το νερό. Ξαφνικά, ο άνδρας βγήκε στην επιφάνεια. Μια τελευταία μάχη, μία βουτιά… Και τέλος…»

ΟΤΑΝ η σωρός βρέθηκε, την πήγανε στο Φρούριο. Και μια βδομάδ’ αργότερα, Κεφαλονιά˙ όπου έγινε η κηδεία, με όλες τις τιμές (περιγράφεται πως «το πηλήκιο, η ζώνη και η ξιφολόγχη του ήταν τοποθετημένα πάνω στο φέρετρο, το οποίο μετέφεραν τέσσερις στρατιώτες. Πίσω, ερχόταν μεγάλη ακολουθία. Τα πνιχτά τύμπανα έβγαζαν έναν κούφιο ήχο, ενώ οι γοητευτικοί τόνοι της μουσικής δημιουργούσαν συναισθήματα θλίψης»). Και κατόπιν, η ταφή, στο Βρετανικό νεκροταφείο του Αργοστολίου.

ΠΑΝΩ στην πλάκα δεσπόζει μέχρι σήμερα, χαραγμένο, το εξής: «Taken by a shark while bathing at Corfu on 19 July 1847 in the 19th year of his age».

Άποψη σκίτσου του Γιάννη Αδαμάκη, κατ’ έμπνευση του σολωμικού “Πόρφυρα”

ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ

Η ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ απώλεια του Mills συγκλόνισε όλο το νησί. Μαζί κι αυτόν: τον Διονύσιο Σολωμό…

ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΣ στο νησί απ’ το ‘28, ο εθνικός μας ποιητής, άρχισε σχεδόν αμέσως να «δουλεύει», εμπνεόμενος, έν’ έργο, που η κριτική θα κατέγραφε ως το τελευταίο (και, πιθανόν, την κορωνίδα) της δημιουργικής του ωριμότητας – μετά τον «Κρητικό» (1833) και τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» (1826-1844): τον «Πόρφυρα».

Η ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ του φαίνεται να διήρκεσε μια διετία (1847-’49). Ο Σολωμός δεν κατέληξε σ’ ένα οριστικό,κείμενο, αλλά σε μια συλλογή επιμέρους αποσπασμάτων, που στη συνέχεια οργάνωσε και συστηματοποίησε, δομικά, ο Ιάκωβος Πολυλάς («Ευρισκόμενα»).

ΟΙ ΚΡΙΤΙΚΟΙ συμφωνούν πως οι (άνισα επεξεργασμένες) ενότητες, εμφανίζουν μεν ερμηνευτικά προβλήματα, αλλά και ότι ο Σολωμός, με αφορμή το περιστατικό, προχωρά, σημειώνει ο Γιώργος Τσερεβελάκης, σ’ έναν συνολικό «σχολιασμό της σχέσης ανθρώπου – φύσης, του αγώνα του Καλού και του Κακού και της ηθικής και πνευματικής κατίσχυσης του Καλού. Ο ποιητής», συνεχίζει, «παλεύει τον υλικό κόσμο, στον οποίο προσπαθεί να εγγράψει το πνεύμα του και την ψυχή του· όχι όμως χωρίς τίμημα. Θα απωλέσει πολύτιμες δυνάμεις, ίσως να χάσει και τον εαυτό του. Ποτέ, όμως, δεν θα αλλοιωθεί η πνευματική διάσταση του εαυτού του…».


Σολωμικό χειρόγραφο σχεδίασμα του «Πόρφυρα», απ’ το Μουσείο Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων (Ζάκυνθος)

Ένα απόσπασμα…

VIΙ

Kοντά ‘ναι εκεί στο νιον ομπρός ο τίγρης του πελάγου.

Κι αλιά, μακριά ‘ναι το σπαθί, μακριά ‘ναι το τουφέκι !

Αλλ’ όπως έσκισ’ εύκολα βάθος τρανό κι εβγήκε.

Κι όρμησε (…)

Κατά τον κάτασπρο λαιμό που λάμπει ωσάν τον κύκνο,

Κατά το στήθος το πλατύ και το ξανθό κεφάλι,

Κατά τη μεγαλόψυχη γλυκιά πνοή της νιότης.

Έτσι κι ο νιος (…)

Της φύσης από τς όμορφες και δυνατές αγκάλες,

οπού τον εγλυκόσφιγγε και του γλυκομιλούσε,-

Κι ευθύς ξυπνά στο λευκό γυμνό κορμί π’ αστράφτει,

Την τέχνη του κολυμπιστή μ’ αυτήν του πολεμάρχου.

VIII

Πριν πάψ’ η μεγαλόψυχη πνοή, χαρά γεμίζει∙

Άστραψε φως κι εγνώρισεν ο νιος τον εαυτό του.

Οι κόσμοι γύρου ν’ άνοιγαν κορόνες να του ρίξουν.

(…)

Aπομεινάρι θαυμαστό ερμιάς και μεγαλείου,

Όμορφε ξένε και καλέ, και στον ανθό της νιότης,

Άμε και δέξου στο γιαλό του δυνατού την κλάψα.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ