Ο μύθος της ελληνικής μουσικής βιομηχανίας, Γιώργος Πετσίλας, παντρεμένος άλλοτε με τη Νάνα Μούσχουρη κι, εδώ και 20 χρόνια, κάτοικος Κορφών, αφηγείται αποκλειστικά τη συναρπαστική του ιστορία.
ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ – ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΗΛΙΑ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟ
ΜΕΡΟΣ 4ο
Η ΝΑΝΑ εγκαταστάθηκε στη Γαλλία το ’63, με προτροπή του Louis Hazan -του Γαλλομαροκινού διευθυντή της «Philips», με την οποία είχε συμβόλαιο. Κι εμείς, ήδη παντρεμένοι, χώρια.
ΑΝ ΚΑΙ, όπως προείπα, είχε ήδη ορισμένες δυνατές διεθνείς αναφορές, δισκογραφικά, εντός Γαλλίας, τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Γιατί όλα ξεκινούν απ’ τη δισκογραφία. Αν εκεί δεν «τραβάς»…
ΣΤΟ ΜΕΤΑΞΥ, εγώ, με τους «Αθηναίους», περιόδευα Ευρώπη. Στη Βέρνη, μου τηλεφωνεί: «Προσπαθώ, αλλά… Δεν αφήνεις το γκρουπ, να έρθεις να δουλέψουμε μαζί;» Το λέω στα παιδιά, κάλυψε το κενό μου ένας καλός συνάδελφος, ο Γρηγόρης Σουρμαϊδης και πήγα Γαλλία.
ΕΙΧΑΜΕ έναν ιμπρεσάριο τότε, τον Roland Ribet. Αλλά και πάλι… Μια μέρα, το ’66, με φωνάζει ο Hazan. «Παιδευόμαστε καιρό. Έχουμε ξοδέψει πολλά, αλλά δεν γίνεται κάτι. Πρέπει, νομίζω, να γυρίσετε Ελλάδα!». Του προτείνω, ως τελευταία ευκαιρία, ν’ αφήσει και μένα να κάνω ένα δίσκο με τη Νάνα, «να διαλέξω ένα τραγούδι, να το φτιάξω με τον τρόπο μου. Κι αν δεν πιάσει…» Δέχτηκε, αλλά μ’ ένα μπάτζετ μόλις 10.000 γαλλικών φράγκων, που δεν έφθανε ούτε για μια session με μουσικούς!
ΒΡΗΚΑ δυο Κουβανέζους, που έπαιζαν σε club (κιθαρίτσα και κρουστά).Έναν μπασίστα, εγώ με την κιθάρα μου, βάλαμε και κάτι ιδέες για φωνητικά και κάναμε το «Guantanamera» στα γαλλικά. Με πρωτότυπο θέμα στιχουργικά, το οποίο έγραψε ένας φίλος, ο Eddy Marnay. Kαι πίσω, cover version, ένα τραγούδι του Legrand απ’ το φιλμ «Les Parapluies De Cherbourg» (1964).
ΚΑΝΩ ΜΙΑ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ εδώ: απ’ τις σπουδαίες διεθνείς στιγμές μας, ήταν και η συνεργασία μας με τον Michel Legrand, το 1964-’66. Αυτόν τον σπουδαίο μουσικό, συνθέτη, τζαζίστα και ενορχηστρωτή, με τα τρία Οscar («Yπόθεση Τόμας Κράουν» και «Γεντλ»). Μάλιστα, είχα την τιμή να κάνω κι εδώ τον παραγωγό σε έναν δίσκο του. Και με ρωτούσε – ποιος; Ο Michel Legrand, εμένα! «Να το παίξω έτσι ή έτσι;» Moυ είχε κάνει τρομερή εντύπωση πόση προσοχή έδινε στην άποψή μου. Απλός, ακομπλεξάριστος. Μεγάλος – κλείνω την παρένθεση…
ΠΑΙΡΝΩ το 45άρι και πάω στον Hazan. Ακούει λίγο, το βγάζει και έξαλλος, μου το πετάει. «Αν νομίζετε ότι θα κοροϊδεύετε την εταιρεία μ’ αυτές τις αηδίες, να σηκωθείτε να φύγετε μια ώρα αρχύτερα! Αυτό το έχουν κάνει άλλοι 200, πριν από εσάς!» Δεν ήξερα πού να βάλω τα μούτρα μου.
ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ είχαμε ραντεβού με τη γυναίκα του, την Οdin, η οποία μας είχε σαν προστατευόμενους – δύο… στραβάδια στο Παρίσι. «Ωωωω, καταστροφή!» • «Σε παρακαλώ, πείσε τον να βγάλει το δίσκο, έστω λίγα κομμάτια, έστω να τον πληρώσουμε εμείς. Αλλά να τον βγάλει».
ΣΤΟ ΜΕΤΑΞΥ, πήρα τον δίσκο κι έτρεχα στα ραδιόφωνα. Δεν ήταν εύκολο να πείσεις τους Γάλλους παραγωγούς να σε παίξουν. Ήταν μπλαζέ, τους έστελναν εκατοντάδες τραγούδια και τα… πετούσαν.
ΣΤΟ «Radio Luxembourg» βρίσκω ένα παιδί, τον Michel. «Από πού είστε;» • «Ελλάδα» • «Α, εκεί κάτω. Κάπου στην Αίγυπτο ή στη Μέση Ανατολή δεν είναι;» Εκνευρίστηκα. «Η Ελλάδα, φίλε μου, είναι στον τρόπο που μιλάς και σκέφτεσαι. Στα βιβλία που έχεις στο σχολείο σου, στην πόλη σου μέσα – όπου κι αν κοιτάξεις στο Παρίσι, την Ελλάδα θα δεις!». Ταράχτηκε. «Κάθισε…» Ακούει το δίσκο. Και… παθαίνει ψώνιο! Δέκα φορές τη μέρα τον έπαιζε!
Ο ΗΑΖΑΝ, στο μεταξύ, είχε δεχτεί να τον βγάλει στην αγορά. Αποτέλεσμα; 10.000 πωλήσεις την ημέρα! Με φωνάζει: «Δεν ξαναεκφέρω γνώμη για τραγούδι, ποτέ! Εμείς, οι, υποτίθεται, ειδικοί, κάνουμε, τελικά, τις μεγαλύτερες μαλ…» Έτσι άρχισαν όλα˙ και μαζί, η διεθνής εκτίναξη της Νάνας. Αρχίσαμε να βγάζουμε χρήματα. Να κάνουμε τουρνέ. Να τραγουδάμε με μεγάλους καλλιτέχνες. Υπήρχε, όμως, ακόμη ένα «στοίχημα»…
ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ, για να καθιερωθείς, πρέπει να περάσεις απ’ το «Οlympia». Οι παραστάσεις εκεί, έχουν μια δομή. To πρώτο μέρος ανοίγει με το «Vedette en Anglais» και ολοκληρώνεται με το «Vedette Americaine». Κι ακολουθεί το β’ μέρος, το «μεγάλο», το «La Vendette: όποιος εμφανίζεται εκεί, αν πετύχει, απογειώνεται. Αλλιώς, εξαφανίζεται.
ΚΑΠΟΙΑ στιγμή, κάναμε μια εμφάνιση, στο «Vedette Americaine». Με, στο «La Vendette», τον μεγάλο, Georges Brasens. Ένας καταπληκτικός τραγουδιστής και ποιητής, που λάτρευε ο Γκάτσος, κομμάτι της γαλλικής διανόησης˙ αυτός και η κιθάρα του. Περάσαμε απαρατήρητοι, ωστόσο, ακόμη δεν είχαμε φορμάρει το νέο μας σχήμα (Nana Mouskouri & The Athenians), που «υπέγραψε» την πορεία της συνέχειας, αξιοποιώντας, ουσιαστικά, την εμπειρία δίπλα στον Belafonte: φωνή και λίγοι μουσικοί (τέσσερις), που, επειδή τραγουδούσαμε κιόλας, παίζαμε και το ρόλο του κόρο του Belafonte (στα πρότυπα των ιταλικών συγκροτημάτων που έρχονταν στα late 50s στα αθηναϊκά clubs).
ΜΕ ΑΥΤΟ το σχήμα κάναμε σπουδαίες επιτυχίες στα γαλλικά. «Try to remember», «Το παιδί με το ταμπούρλο», «Adieu Angelina»… Ώσπου, ο Bruno Cocatrix, ιδιοκτήτης του «Οlympia», μας κλείνει για το «La Vedette». Ρίγος! Σαν να ετοιμάζεσαι για… πόλεμο! Όλοι, μέσ’ το άγχος. Το πρόγραμμα, σκέψου, ενώ το είχαμε «μοντάρει» απ’ την –αμέσως πριν- περιοδεία μας στον Καναδά, το αλλάξαμε… 30 φορές!
ΤΟ ΘΕΜΑ ήταν πως όσοι μάθαιναν πως θα παίξουμε με δυο κιθαρίτσες, ένα μπάσο και percussion, τρόμαζαν! Σίγουροι για φιάσκο – συνηθιζόταν η μεγάλη ορχήστρα. Ακόμη και ο ίδιος ο Cocatrix μας προειδοποίησε πως «έχω δει πολλούς καλλιτέχνες να καταστρέφονται, κάνετε λάθος». Όμως, επέμενα: «Αυτή είναι η ταυτότητα του γκρουπ. Mια… μπουτίκ μουσικής. Ό,τι άλλο, θ’ αποδειχτεί οδυνηρό!» Εξηγώντας πως η Νάνα έχει μια φωνούλα –με μία φωνητική χορδή δουλεύει-, που, αν βάλουμε πίσω brass κι ορχήστρες, θα την «καταπιούν» (οι γνώσεις του… Belafonte).
ΠΑΝΤΑ, πριν το «Οlympia», οι καλλιτέχνες κάνουν 2-3 παραστάσεις εκτός Παρισιού, σαν test. Eμείς εμφανιστήκαμε στο Καμπρέ. Ήρθε και ο Hazan – άλλο άγχος αυτός. Όταν τελειώσαμε, είπε μόνο αυτό: «Δεν θέλω ν’ ακούσω τίποτε άλλο. Καταπληκτικοί…»
ΦΘΑΝΕΙ η μεγάλη μέρα. Το στομάχι, στο… λαιμό! Κρυφοκοίταζα απ’ τις κουρτίνες. Μπροστά, πρώτη σειρά, όλοι οι μαέστροι της Γαλλίας, η αφρόκρεμα κινηματογράφου και θεάτρου, κοσμικοί, δημοσιογράφοι όλων των εφημερίδων – μαζί κι ένας φίλος μας απ’ τη «Humanite» (όργανο του γαλλικού ΚΚΕ), ο Guy Silva. Όταν τον είδα, πήρα θάρρος.
ΤΟ «en Anglais», το έκανε ο Serge Lama, στο ξεκίνημα τότε. Το «Americaine», ο Jacques Courtois (δημοφιλής εγγαστρίμυθος, με κούκλες)… Αρχίζουμε. Αυτό που έγινε στο τέλος, δεν περιγράφεται. Όλοι όρθιοι, να χειροκροτούν. Θυμάμαι την ηθοποιό, Michelle Zober. Toν Legrand… Χαιρετίσαμε. Δεύτερη φορά, τρίτη, έκτη… Βγαίνει ο Cocatrix: «Σαράντα χρόνια, αυτό δεν το ‘χω ξαναδεί! Tέσσερις μουσικοί και μια φωνή, τέτοιο θρίαμβο…» Η Νάνα, όταν το άκουσε, άρχισε να κλαίει – ήταν κι έγκυος τότε, στον Νικόλα. Την επομένη, οι εφημερίδες γέμισαν διθύραμβους.
ΚΑΤΙ ΑΝΑΛΟΓΟ ζήσαμε στο Λονδίνο, στο «Albert Hall» κι ενώ ήδη είχαμε κάνει αρκετά προγράμματα στο BBC2 (το μοναδικό έγχρωμο, τότε, κανάλι στην Αγγλία). Φθάνοντας για να στήσουμε, έρχεται ο promoter, ο Robert Paterson: «Congratulations, we are sold out!» Πού; Στο «Albert Hall» των 9.000 θέσεων! Μείναμε…
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ