Το ποίημα του Λευκαδίτη, Σταμπόγλη, που μπήκε στα κερκυραϊκά σχολεία και, μελοποιημένο (Δουκάκης – Φαναριώτης) εξελίχθηκε σε ύμνο των Κορφών, γράφτηκε για την ιταλική κατάληψη του ’23.
Επιμέλεια: Ηλίας Αλεξόπουλος
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ απ’ τα ποιήματα, που θα ‘βρεις τυπωμένα, σε κάποια ακριβή έκδοση αριστουργηματικών, βαθυστόχαστων ανάλεκτων, με χοντρό, πολυτελές εξώφυλλο. Αυτά που άφησαν ευρεία, πανεθνική παράδοση, κληρονομήθηκαν από γενιές, έγιναν ψιθυρισμός στα χείλη των Ελλήνων. Και ο ίδιος, εξάλλου, ο δημιουργός, αν κι «επιφανής Λευκάδιος», γόνος οικογένειας «παληάς κι αρχοντικής», ουδέποτε αναδείχτηκε, ποιητικά, στ’ άνω διαζώματα της κλίμακας…
ΥΠΑΡΧΟΥΝ όμως, οι στιγμές. Και οι επιμέρους τόποι. Και τη σωστή στιγμή, για έναν τόπο, κάποιες αράδες (λιγότερο «ενδιαφέρουσες» για τον μεγάλο χάρτη και τη μεγάλη διαχρονία) μπορούν να εξελιχθούν στην τέλεια συνθήκη. Στο «δι’ ημάς» σημαντικό…
ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ Δημητρίου Σταμπόγλη (1881-1953). Μεσοπόλεμος. Έχοντας μια συνεπή, μακρά θητεία στα πεδία των μαχών (Μακεδονικός, Βαλκανικοί και Μικρασία) και, απ’ το έμπα της δεκαετίας του ’20, μια ευδόκιμη επαγγελματική πορεία ως αντιπρόσωπος του πυριτιδοποιείου «Μαλτσινιώτη» (με μπόλικα ταξίδια στις χώρες της Μέσης Ανατολής), Σεπτέμβρη του ’23, εγκαθίσταται στην Κέρκυρα. Επακόλουθο της πρόσληψης της συζύγου του, Ελένης στη διευθυντική καρέκλα του Αρσάκειου.
Σταμπόγλης Σεπτέμβρης του ’23
Η ΕΛΕΥΣΗ τους γίνεται ελάχιστες ημέρες μετά την ιταλική εισβολή – σαν σήμερα, 31/8. Οι Ιταλοί παρόντες. Το κλίμα ανάστατο. «Ότε επάτησα το ιερόν της Κερκύρας έδαφος», θα έγραφε αργότερα, «ξένα πέλματα εβεβήλουν τούτο! Οι Κερκυραίοι επονούσαν τόσον! Τόμοι ολόκληροι αν εγράφοντο, δεν θα ήρκουν να περιλάβωσι, το τι ο Κερκυραϊκός πατριωτισμός επετέλεσε κατά το βραχύ διάστημα της δουλείας του και είναι μεγάλη αλήθεια ότι οι Κερκυραίοι δικαιούνται να ονομασθώσιν Υπερέλληνες…».
Ο ΣΤΑΜΠΟΓΛΗΣ συγκινείται. Πονά˙ «ήτο φυσικόν να πονέσω δια την παρά των Ιταλών κατάληψιν. Ποίος Έλλην δεν ατενίζει στοργικώς παν τμήμα της αιωνίας Ελληνικής Πατρίδας και δεν θα αισθανθή συντριβήν και πόνον, όταν τούτο αποκοπή της μητρικής σαρκός;». Και με το ποιητικό του κύτταρο σ’ εγρήγορση, εμπνέεται. Και γράφει – «η πενιχρά μου φαντασία μοι υπηγόρευσε ολίγους στίχους… Αφορμή να επικοινωνήσω ψυχικώς μετά των Κερκυραίων…».
ΗΤΑΝ, συνολικά, εννέα τετράστιχα. Κι αρχίζαν’ κάπως έτσι…
«Πάπια, που κορφολούζεσαι / στου Ιονίου τα νερά,
Κέρκυρα ανθοστόλιστη / εφτά νησιών Κυρά.
Πεντάμορφη, όπου σκορπάς / την ευωδιά, τη χάρι,
στους βράχους σου φυτρών’ ανθός / στις πέτρες του βλαστάρι…»
ΟΤΑΝ «Η ώμορφή μας Κέρκυρα» (αυτόν τον τίτλο επέλεξε) κυκλοφόρησε, προκάλεσε ντελίριο. Οι Κερκυραίοι, ‘λεύτεροι πλέον, ενθουσιάζονται. Συγκινούνται˙ πηγή πατριωτικής εξύψωσης. Και μεγαλείου. «Το ποίημα αυτό», παραδεχόταν ο Σταμπόγλης προς τα τέλη της δεκαετίας, «καθιστάν αγαπητόν εις τους Κερκυραίους, ψάλλεται εις άπαντα τα σχολεία της Κερκύρας και εις αυτήν ακόμη την ύπαιθρον υπό των αγροτών».
ΔΕΝ ΕΛΕΓΕ υπερβολές. Επιβεβαιώνεται κι από αθησαύριστο της εφημ. «Κέρκυρα» (φ. 6/7/1927), που ανέδειξε προ ετών ο Αντώνης Περδικάρης: «Είμεθα ενθουσιασμένοι δια την απόφασιν του Διδασκαλικού Συνεδρίου, όπως το ποίημα του κ. Σταμπόγλη “Η Κέρκυρα” εισαχθεί εις όλα τα Δημοτικά σχολεία της Νήσου. Είναι από τα ολίγα εκείνα ποιήματα, άτινα είτε ψαλλόμενα, είτε απαγγελόμενα, προκαλούν ρίγη πατριωτικού ενθουσιασμού». Δίδοντας ακόμη μια πληροφορία: «Το υπέροχον αυτό ποίημα, τονισθέν ήδη υπό τριών συνθετών, κατέστη πλέον ο Εθνικός Ύμνος της ωραίας νήσου μας». Υπό τριών συνθετών…
ΜΑΕΣΤΡΟΣ τότε της «Παλαιάς» (1924 –’37), ο αείμνηστος, Σπύρος Δουκάκης (1888 – 1974), διακρίνει έγκαιρα στους στίχους του Σταμπόγλη μια ξεχωριστή δυναμική. Και τους μελοποιεί. Έως τις αρχές του ’27, οι παρτιτούρες είναι έτοιμες. Κι ανήμερα την 64ης επετείου για την Ένωση των Επτανήσων (21/5/1927), στο πλαίσιο της καθιερωμένης πανηγυρικής της Φ.Ε.Κ. (ορχήστρα – χορωδία) στο (παλαιό) Δημοτικό μας Θέατρο, παρουσία των Υπουργών, Α. Αργυρού (Παιδείας) και Α. Κανάρη (Ναυτικών), η έναρξη του β’ μέρους κερνάει το ιστορικό τεφτέρι με αλησμόνητες στιγμές…
«Η ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ του κοινού ήταν τέτοια που τα χειροκροτήματα κάλυψαν την μουσική και τις φωνές των χορωδών», γράφει ο Περδικάρης. «Ο ποιητής, τότε, που παραβρισκόταν στην εκδήλωση, πετάχτηκε συγκινημένος από τη θέση του, ανέβηκε στο βήμα και απήγγειλε μέσα σε συγκινησιακά φορτισμένο κλίμα το ποίημά του. Για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ακούγονταν μόνο χειροκροτήματα και φωνές “Ζήτω η Κέρκυρα”. Όταν επήλθε ηρεμία, η εκπρόσωπος της Επιτροπής Πανηγυρισμού (Σ. Ράθ, Δικηγόρος) προσέφερε στον Σ. Δουκάκη, ένα δάφνινο στεφάνι λέγοντας ότι “η Κέρκυρα είναι ευτυχής να έχει ένα τέτοιο μουσικό”…»
ΜΕ ΤΗ συνδρομή του Νίκου Φαναριώτη στην εμβατηριακή εκδοχή, η ακμαία διατήρηση, ως σήμερα, της «Κέρκυρας» (έτσι επικράτησε) στο ρεπερτόριο των εντόπιων Φιλαρμονικών κι εν γένει μουσικών σχημάτων, ενίοτε εθιμικά, αποτελεί τη γιγάντια απόδειξη της διείσδυσης του ποιήματος / εμβατηρίου στη λαϊκή συνείδηση. Και μάλιστα, σε πολλαπλή ανάγνωση…
ΕΤΣΙ, π.χ., η «Παλαιά» έχει καθιερώσει την εκτέλεσή του μέρους, στους δρόμους της πόλης, την παραμονή της εορτής του Αγίου, 11/12 (προαναγγελία του χαρμόσυνου γεγονότος), «πατώντας» στο προτελευταίο τετράστιχο του ποιήματος του Σταμπόγλη:
«Μα ‘χεις Πατέρα, Κόρη μου / όπου για σ’ αγρυπνάει,
ο Άγιος ολοζώντανος / την Κέρκυρα φυλάει»
ΤΗΝ ΙΔΙΑ ώρα, που το επόμενο (και τελευταίο) τετράστιχο, αναδεικνυόταν, στην ιστορική πορεία, ως καύσιμο (όχι θρησκευτικού, αλλά) εθνικο – αντιστασιακού φρονήματος…
«Κι’ αδέλφια έχεις, Κέρκυρα / δε θα καταδεχτούνε,
την ώμορφή τους αδελφή / οι ξένοι να χαρούνε»
ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ το ποίημα για τα γεγονότα του ’23, ο Σταμπόγλης, πρωτογενώς, είναι εμφανές πού ακριβώς σημάδευε με το στίχο περί «ξένων». Όταν, το ’41, οι Ιταλοί επέστρεψαν, επέστρεψε και η επ’ αυτών νοηματοδότηση της σχετικής αλληγορίας. Πιο επίκαιρη από ποτέ. Πρωταγωνιστώντας στην «πρώτη μαζική αντιφασιστική εκδήλωση στη σκλαβωμένη Ευρώπη», απ’ την έναρξη της Κατοχής: τα θρυλικά γεγονότα του Πρωτοκύριακου του ’41 (2/11).
ΤΟΤΕ, που, μετά το τέλος της καθιερωμένης λιτανείας (αφήγηση Δημ. Σουέρεφ), «οι μαθητές ξεκίνησαν κατά ομάδες από την πλατεία της Ιονικής Τράπεζας και κατέληξαν στο Πεντοφάναρο για να επιστρέψουν στο Γυμνάσιο, όπου και έφθασαν τραγουδώντας το γνωστό τραγούδι “Πάπια που κορφολούζεσαι…” Mε μια παραλλαγή, στο τέλος: “… οι Φράγκοι να χαρούνε” (σ.σ. εννοώντας τους Ιταλούς), το οποίο ξεκίνησαν οι μεγαλύτεροι μαθητές». Ώσπου ένας απ’ αυτούς, εσήκωσε τη γαλανόλευκη…
› Με πληροφορίες από: Αντώνη Περδικάρη, «Ο Δημήτρης Σταμπόγλης και το ποίημά του για την Κέρκυρα», 2015 (via aromalefkadas.gr) & Γιώργου Ζούμπου, «Το Πρωτοκύριακο του 1941», εφημ. «Ενημέρωση», φ. 1/11/2009.